Στο βιβλίο «Πένθος και Μελαγχολία» το 1923, ο Sigmund Freud περιγράφει με γλαφυρό τρόπο τα χαρακτηριστικά της κατάθλιψης: “Τα διακεκριμένα ψυχικά χαρακτηριστικά της κατάθλιψης είναι η βαθιά και επώδυνη θλίψη, η απώλεια του ενδιαφέροντος για τον έξω κόσμο, η απώλεια της ικανότητας για αγάπη, η αναστολή κάθε δραστηριότητας και η υποβάθμιση του εαυτού, η οποία εκφράζεται μέσα από συνεχείς αυτο-επικρίσεις και καταλήγει στην αναμονή μιας σκληρής τιμωρίας“.

Από τότε που έγραψε ο S. Freud αυτό το κείμενο, έχουν προταθεί διάφορα μοντέλα κατανόησης και αντιμετώπισης της κατάθλιψης, αλλά φαίνεται ένα από αυτά να παραμένει ισχύον και εμπειρικά τεκμηριωμένο από την ψυχοθεραπεία: η κατάθλιψη φαίνεται να είναι το αποτέλεσμα της καταπίεσης (μη βίωσης) κάποιων μη αποδεκτών και ανεπιθύμητων συναισθημάτων ή παρορμήσεων που υπάρχουν στο πίσω μέρος του μυαλού μας, το λεγόμενο ασυνείδητο, με σκοπό την προστασία κάποιων ανθρώπων με τους οποίους συνδεθήκαμε ή συνδεόμαστε ακόμα στενά.

Ποια συναισθήματα ή παρορμήσεις καταπιέζουμε όμως όταν εμφανίζουμε κατάθλιψη; Από πότε και γιατί μάθαμε να το κάνουμε αυτό στη ζωή μας; Ποιοι ενδοψυχικοί μηχανισμοί προκαλούν την κατάθλιψη στην ενήλικη ζωή; Πως η κατάθλιψη συνδέεται με το άγχος; Και τέλος, με ποιους τρόπους μπορεί η Βραχεία Εντατική Δυναμική Ψυχοθεραπεία (ΒΕΔΨ) να συμβάλλει στην αντιμετώπισή της;

 

Κατάθλιψη: Συμπτώματα και καθημερινότητα.

Η κατάθλιψη είναι μια συχνή και σοβαρή ψυχιατρική πάθηση. Τα βασικά της γνωρίσματα είναι η βίωση παρατεταμένης στεναχώριας ή αίσθησης κενού για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Η κατάθλιψη επηρεάζει τον τρόπο που βλέπει το άτομο τον εαυτό του και τους άλλους – συνήθως οι άλλοι είναι πολύ «καλοί», ενώ το άτομο με κατάθλιψη πολύ «κακό», άξιο τιμωρίας. Επιφέρει σημαντικές αλλαγές στο σωματικό βάρος, τον ύπνο, τα επίπεδα της ενέργειας, την συγκέντρωση και την μνήμη του ατόμου. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η βαριά κατάθλιψη μπορεί να οδηγήσει ακόμα και στην αυτοκτονία.

Τα συμπτώματα της κατάθλιψης μπορεί να διαφέρουν από άτομο σε άτομο. Το φύλο, η κουλτούρα ή η ηλικία κάποιου μπορεί να αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο βιώνει την κατάθλιψη. Ωστόσο, οι περισσότερες μορφές κατάθλιψης περιλαμβάνουν αυτά τα κοινά συμπτώματα:

 

  • Συχνό κλάμα, επίμονη στεναχώρια και πεσμένη ενέργεια.
  • Πολύς ή λίγος ύπνος.
  • Κρίσεις άγχους/πανικού.
  • Αδυναμία άντλησης χαράς και ικανοποίησης από δραστηριότητες που ήταν προηγουμένως ευχάριστες.
  • Σωματικοί πόνοι στο κεφάλι ή/και στο μυοσκελετικό σύστημα που δεν έχουν ιατρική αιτία.
  • Δυσκολία στη συγκέντρωση και στην ανάκληση πληροφοριών.
  • Σημαντικές αλλαγές στο σωματικό βάρος ή/και στις διατροφικές συνήθειες.
  • Σκέψεις αυτοκτονίας.

 

Ένα άτομο με κατάθλιψη δυσκολεύεται να αντιμετωπίσει το καθημερινό άγχος. Μερικές φορές οι πιο απλές δραστηριότητες – το να σηκωθεί από το κρεβάτι, να κάνει μπάνιο, να ντυθεί και να πάει στον χώρο εργασίας – μπορεί να του φαίνονται αδύνατες. Αυτός ο συνεχής καθημερινός αγώνας μπορεί να κάνει τους ανθρώπους να αισθάνονται αβοήθητοι ή μόνοι. Ακόμη και όταν συμβαίνει όμως κάτι θετικό στη ζωή του ατόμου με κατάθλιψη, έρχεται γρήγορα ένα σύννεφο αρνητικότητας πάνω από την εμπειρία και την επισκιάζει.

Τα άτομα με κατάθλιψη συχνά νιώθουν ντροπή και ενοχές. Τις περισσότερες φορές η ντροπή και οι ενοχές παίρνουν την μορφή επικριτικών σκέψεων για τον εαυτό όπως «είμαι κακός», «είμαι άχρηστος», «δεν είμαι ικανός να καταφέρω τίποτα στη ζωή μου», «μου αξίζει να τιμωρηθώ». Αυτές οι αθέλητες επιθέσεις προς τον εαυτό οδηγούν συχνά σε κλάματα, σε παραπάνω στεναχώρια, ανημπόρια και αίσθημα αβοηθησίας. Άλλες φορές, η κατάθλιψη κάνει τους ανθρώπους να αισθάνονται «συναισθηματικά κενοί» ή «μουδιασμένοι» λόγω της απόστασης που παίρνουν από τα συναισθήματά τους και από τους άλλους γιατί φοβούνται ότι θα τους επιβαρύνουν, θα κριθούν, θα απορριφθούν ή/και θα εγκαταλειφθούν από εκείνους. Σε σοβαρές περιπτώσεις, το άτομο μπορεί να μη νοιάζεται αν θα ζήσει ή θα πεθάνει.

Από όλα αυτά, καταλαβαίνουμε ότι η κατάθλιψη δεν είναι απλά μια παρατεταμένη περίοδος θλίψης, μελαγχολίας ή στεναχώριας. Η κατάθλιψη δεν είναι σημάδι αδυναμίας. Αν και μπορεί να μειώσει την ενέργεια ή τα κίνητρα κάποιου, δεν σημαίνει ότι κάποιος είναι «τεμπέλης» ή δεν έχει δυνατή θέληση. Στην πραγματικότητα, πολλοί άνθρωποι με κατάθλιψη καταβάλλουν με αρκετό ζήλο και επιμονή μια υπερπροσπάθεια για να βγάλουν απλώς τη μέρα τους.

 

Η σημασία των πρωταρχικών σχέσεων της ζωής μας.

Η σημασία της δημιουργίας ασφαλούς δεσμού με τους πρώτους φροντιστές της ζωής μας είναι μείζονος σημασίας για το αν θα αντιμετωπίσουμε ψυχικές δυσκολίες αργότερα στην ενήλικη ζωή. Αν αναπτύξαμε σχετικά ασφαλείς δεσμούς ως παιδιά, επιθυμούμε την εγγύτητα και την σύνδεση με τους άλλους γνωρίζοντας ότι μπορούμε να δώσουμε και να πάρουμε ασφάλεια, αποδοχή, υποστήριξη, κατανόηση και βοήθεια από εκείνους. Έχοντας τη σιγουριά ότι μπορούμε να δημιουργήσουμε τέτοιου είδους σχέσεις, η εικόνα του εαυτού μας είναι σχετικά σταθερή και καλή.

Αντίθετα, τα παιδιά που είχαν έναν ανασφαλή δεσμό με τους πρώτους φροντιστές οι οποίοι μπορεί να μην έδειχναν τόση σημασία στις συναισθηματικές τους ανάγκες, να μην ήταν εκφραστικοί, ζεστοί και κατανοητικοί με τις επιθυμίες τους – βλέπουν περισσότερο τους άλλους ως πηγές απειλής. Αργότερα στην ενήλικη ζωή, τα άτομα αυτά επικεντρώνονται σε μεγάλο βαθμό στην κοινωνική τους θέση, επιδιώκουν περισσότερο την αναγνώριση ως υποκατάστατο του σεβασμού που δεν έλαβαν ως προς τις πραγματικές ανάγκες και επιθυμίες που είχαν, εμφανίζουν τελειοθηρικές ή συμμορφωμένες συμπεριφορές για να αποφύγουν την κριτική ή την απόρριψη και συνδέονται με τους άλλους είτε από την θέση του «καταπιεστή» (θύτη), είτε από τη θέση του «καταπιεζόμενου» (θύματος).

Επίσης, τα παιδιά που υποτιμώνται/απορρίπτονται από τους γονείς τους οι οποίοι περνούν, άλλοτε έμμεσα άλλοτε άμεσα, το μήνυμα ότι τα θεωρούν ανεπαρκή, μπορεί να είναι ιδιαίτερα ευάλωτα στο να αναπτύξουν μια έντονα επικριτική στάση προς τον εαυτό τους και τους άλλους, εσωτερικεύοντας εύκολα αυτές τις «ετικέτες». Η γονεϊκή υποτίμηση και απόρριψη προκαλεί θλίψη, πόνο και έπειτα θυμό στο παιδί αν δεν υπάρξει επανόρθωση από την μεριά του ενήλικα.

Αν το παιδί νιώσει και δείξει αυτά τα συναισθήματα, αλλά οι εκφράσεις αυτές προκαλούν θυμό ή απόσυρση της αγάπης/αποδοχής από τον γονέα, ο θυμός μαζί με τα υπόλοιπα συναισθήματα του παιδιού γίνονται για εκείνο μη αποδεκτά και ανεπιθύμητα. Με την πάροδο του χρόνου, το παιδί δεν αντιλαμβάνεται αυτά τα συναισθήματα και καταλαβαίνει μόνο του άγχος του όταν προκύπτουν αντίστοιχες καταστάσεις υποτίμησης/επίκρισης/απόρριψης.

 

 

Αργότερα ως ενήλικες, σε κάποια κατάσταση σύγκρουσης ή ανάγκης για οριοθέτηση στις προσωπικές ή εργασιακές σχέσεις τους, αυτά τα άτομα είναι πιθανό να υιοθετήσουν πιο υποχωρητικές και παθητικές συμπεριφορές για να αντιμετωπίσουν τις κακότροπες, ασεβείς, ή προσβλητικές συμπεριφορές των άλλων. Αυτή η υποχωρητική, παθητική και μη διεκδικητική στάση έρχεται σαν συνέπεια της καταπίεσης του θυμού και της επιβολής μιας τιμωρίας στο άτομο από μια ελεγκτική εσωτερική πλευρά, έναν εσωτερικό Δικαστή θα λέγαμε, κάθε φορά που αυτός ο θυμός κινητοποιείται μαζί με τα υπόλοιπα συναισθήματα.

Το να θυμώσει λοιπόν ένα άτομο με κατάθλιψη και να κρίνει τον εαυτό του αντί να νιώσει αυτόν τον θυμό στο σώμα και να επιλέξει αν και πως θα τον εκφράσει, είναι μια ασυνείδητη μαθημένη στρατηγική αποφυγής της σύγκρουσης με τους άλλους η οποία έχει τις ρίζες της στο μακρινό παρελθόν. Τότε, για να προστατέψει το παιδί τον εαυτό του από την σύγκρουση με κάποιον πιο δυνατό ενήλικα και ταυτόχρονα για να μην χάσει την αγάπη του, θυσίασε ένα μέρος των πραγματικών του συναισθημάτων θάβοντάς τα κάτω από το άγχος, τα δάκρυα και τις αυτο-επικριτικές σκέψεις.

 

Κατάθλιψη: Ποιοι μηχανισμοί ενισχύουν τα συμπτώματα στο τώρα;

Υπάρχουν τρεις βασικοί μηχανισμοί αντιμετώπισης των συναισθημάτων που παρατηρούνται στους ανθρώπους με κατάθλιψη: η μόνωση των συναισθημάτων, η απώθησή τους και η προβολή τους.

Κατά την μόνωση των συναισθημάτων, οι άνθρωποι αποφεύγουν την βίωση των μεικτών συναισθημάτων (θετικών και αρνητικών) με το να αποστασιοποιούνται από αυτά τα συναισθήματα και από τους ανθρώπους που τα προκαλούν ή με το να τα εκλογικεύουν. Όσο αυτός ο μηχανισμός είναι μόνιμα ενεργός, το άτομο τείνει να νιώθει όλο και περισσότερο άγχος και μοναξιά στις σχέσεις του.

Η απώθηση των συναισθημάτων είναι ο βασικός αμυντικός μηχανισμός που συμβάλει στην επιδείνωση της κατάθλιψης. Συνήθως, το συναίσθημα που καταπιέζεται είναι ο θυμός, ειδικά όταν κινητοποιείται προς τους ανθρώπους που αγαπάμε. Το άτομο για να προστατέψει τους αγαπημένους του, στρέφει αυτόματα τον θυμό προς τον εαυτό του είτε μέσα από αυτο-επικριτικές ή αυτο-υποτιμητικές σκέψεις, είτε σκεπάζοντάς τον με δάκρυα, με αποτέλεσμα να χειροτερεύει την εικόνα του εαυτού του, να νιώθει περισσότερη στεναχώρια, βάρος, κούραση και αδυναμία. Το σώμα μας γίνεται ο στόχος του θυμού και της οργής που έχουμε για τους άλλους.

 

 

Οι άνθρωποι που δεν μπορούν να ανεχτούν τα μεικτά συναισθήματα μέσα τους, διαχωρίζουν αυτά τα συναισθήματα σε αποδεκτά και μη αποδεκτά («καλά» ή «κακά») και αποδίδουν τα μη αποδεκτά, ανεπιθύμητα συναισθήματα στους άλλους. Λένε συνήθως «δεν είμαι θυμωμένος μαζί σου, φοβάμαι ότι εσύ είσαι θυμωμένος μαζί μου»,  «δεν θέλω να έρθω πιο κοντά σου, φοβάμαι ότι εσύ προσπαθείς να έρθεις πιο κοντά μου»,  «δεν έχω ερωτήσεις για την εσωτερική μου ζωή, φοβάμαι τις ερωτήσεις που θέλεις εσύ να μου κάνεις».

Αυτοί οι άνθρωποι προβάλλουν τα συναισθήματα, τις ανάγκες, τις επιθυμίες ακόμα και ολόκληρες πλευρές του εαυτούς τους στους άλλους και στη συνέχεια φοβούνται τους άλλους ανθρώπους ως πιθανούς κριτές, τιμωρούς ή επιτιθέμενους. Συνεπώς, νιώθουν φόβο, στεναχώρια, απόγνωση και απελπισία, δυσκολευόμενοι να σχετιστούν με τους άλλους έτσι όπως είναι στην πραγματικότητα και να δουν εκείνους κα τους εαυτούς τους με μια σχετική σταθερότητα.

 

Κατάθλιψη: Πως συνδέεται με το άγχος και αντιμετωπίζεται;

Δεδομένου ότι οι περισσότερες καταθλίψεις ξεκινούν ως αγχώδεις διαταραχές, η προσοχή στο άγχος πρέπει να αποτελεί κεντρική πτυχή στη θεραπεία της κατάθλιψης. Το άγχος δεν είναι μια σκέψη στο μυαλό, αλλά μια νευροχημική αντίδραση του σώματος που πυροδοτείται από το σωματικό και το αυτόνομο νευρικό σύστημα. Επομένως, για να αξιολογήσουμε το άγχος πρέπει να δώσουμε ιδιαίτερη προσοχή στις σωματικές του εκδηλώσεις.

Στη Βραχεία Εντατική Δυναμική Ψυχοθεραπεία (ΒΕΔΨ), η παρατήρηση του άγχους στο σώμα και η χρήση τεχνικών για τη διαχείρισή του, είναι αποφασιστικής σημασίας για τη αντιμετώπιση κάθε ψυχιατρικού φαινομένου, συμπεριλαμβανομένης και της κατάθλιψης. Αυτή η συστηματική προσοχή στη εκδήλωση του σωματικού άγχους με σκοπό την εμφάνισή του κυρίως με τη μορφή μυϊκής έντασης, μπορεί να βοηθήσει το άτομο με κατάθλιψη να χτίσει την ανοχή του απέναντι στη βίωση μικτών συναισθημάτων ώστε να μην χρειάζεται να τα απωθεί προς τα μέσα ή να τα προβάλλει στους άλλους. Ποιοι είναι οι 3 βασικοί στόχοι της ΒΕΔΨ όμως για τη θεραπεία της κατάθλιψης;

 

  1. Δημιουργία Θεραπευτικής Συμμαχίας

Υπάρχουν εμπόδια στη σύνδεση με τους άλλους, όπως είναι η παθητικότητα, η συμμόρφωση, η αποστασιοποίηση ή η αντιθετικότητα που εμφανίζονται και στη θεραπευτική σχέση, περιορίζοντας την αποτελεσματικότητα οποιουδήποτε θεραπευτή και οποιασδήποτε θεραπευτικής προσέγγισης. Ο εντοπισμός αυτών των εμποδίων και η κατάδειξη της καταστροφικότητάς τους για τη θεραπεία και κατ’ επέκταση για τη ζωή του ατόμου με κατάθλιψη, είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη δημιουργία θεραπευτικής συμμαχίας. Μόλις αρχίσει να ρίχνει αυτά τα διαπροσωπικά εμπόδια ο/η θεραπευόμενος/η, μπορεί συνεργατικά με τον θεραπευτή να φτάσει στη ρίζα της κατάθλιψης και στη σταδιακή επίλυση των συμπτωμάτων της.

 

  1. Αντιμετώπιση της αυτο-ηττώμενης στάσης ζωής.

Με τον ίδιο τρόπο που ορισμένα διαπροσωπικά εμπόδια παρακωλύουν τις σχέσεις με τους άλλους και τη δημιουργία της θεραπευτικής συμμαχίας, η τάση του ατόμου προς την ηττοπάθεια, την αυτοπαραμέληση και την επίθεση προς τον εαυτό του, φράζουν τον δρόμο της αυτο-φροντίδας. Ο θεραπευτής προσκαλεί τον θεραπευόμενο να αντιμετωπίσει τον εσωτερικό του Δικαστή ως μια πλευρά του εαυτού του με την οποία χρειάζεται να αντιπαρατεθεί και να συγκρουστεί. Η ανάπτυξη ενός σταθερού, δυναμικού και προστατευτικού αντίλογου απέναντι στην εσωτερική πλευρά που κρίνει, μειώνει και τιμωρεί σκληρά το άτομο, είναι βασική προϋπόθεση για την πορεία της θεραπείας. Μόλις αρχίσει το άτομο να βλέπει τον εαυτό του με έναν πιο θετικό και καλοήθη τρόπο, τότε ανακτά την χαμένη του ελπίδα και βλέπει την προσπάθεια που κάνει με περισσότερη εμπιστοσύνη, αισιοδοξία και σιγουριά.

 

  1. Ξεπερνώντας την απώθηση των συναισθημάτων.

Μια ασυνείδητη ενδοψυχική διεργασία, όπως είναι η απώθηση των συναισθημάτων, δεν μπορεί να ξεπεραστεί, εκτός αν ο θεραπευτής την καταδείξει ξανά και ξανά, πράγμα που θα την κάνει συνειδητή, ώστε να αποκτηθεί κάποιος έλεγχος πάνω της. Στη ΒΕΔΨ, το άτομο με κατάθλιψη μαθαίνει να αναγνωρίζει και να συνειδητοποιεί τον μηχανισμό της απώθησης (και το πότε αυτός ενεργοποιείται), ώστε να αρχίσει να καταλαβαίνει πως πραγματικά αισθάνεται αντί να μετατρέπει αυτόματα τα μη αποδεκτά συναισθήματα σε σωματικά συμπτώματα ή/και κατάθλιψη.

Όταν οι άνθρωποι μπορούν συνειδητά να αναγνωρίζουν, να αναστοχάζονται και να βιώνουν όλα τους τα συναισθήματα, χωρίς να τα θάβουν μέσα τους, έχουν πιο γεμάτες, ολοκληρωμένες και ισότιμες σχέσεις με συνέπεια να νιώθουν περισσότερη χαρά και ικανοποίηση στη ζωή τους.

 

 

Συμπέρασμα

Ακόμα και αν κοιτάξουμε την κατάθλιψη ως προς την ετυμολογική της σημασία, η κυριολεξία της λέξης τα λέει όλα. Καταθλίβω σημαίνει πιέζω, σπρώχνω προς τα κάτω, όπως σπρώχνει κάποιος μια μπάλα στο νερό. Σκεφτείτε πόση συγκέντρωση δύναμης χρειάζεται για να κρατήσουμε μια μπάλα κάτω από το νερό – όσο μεγαλύτερη η μπάλα, τόσο περισσότερη η πίεση που της ασκούμε. Όσο αυτή η «μπάλα» προσπαθεί να βρει τρόπο να ανέβει, τόση συνεχόμενη πίεση ασκούμε για να την κρατήσουμε κάτω από την επιφάνεια του νερού. Για να την κρατήσουμε κάτω όμως, πληρώνουμε ένα τίμημα.

Το τίμημα έρχεται με την μορφή του άγχους, των σωματικών συμπτωμάτων, της πεσμένης διάθεσης και ενέργειας και των αυτό-επικριτικών σκέψεων. Όσο λοιπόν καταπιέζουμε τα συναισθήματά μας, αυτά γίνονται πιο έντονα και τρομακτικά και κάθε φορά η ασυνείδητη προσπάθεια που καταβάλλουμε για να μην τα νιώσουμε, μας κάνει να πληρώνουμε ένα διαρκώς αυξανόμενο τίμημα. Στο τέλος, η κατάθλιψη επιβάλλει την παρουσία της, μετατρέποντας ένα εύφορο συναισθηματικό τοπίο σε άγονη γη.

Η θεραπεία της κατάθλιψης, είτε επιλέξουμε την φαρμακοθεραπεία, είτε την ψυχοθεραπεία, είτε τον συνδυασμό τους, απαιτεί πρώτα από όλα την κινητοποίηση μιας εσωτερικής καλοήθους πλευράς που επιθυμεί να μας στηρίξει. Από την πρώτη στιγμή που επιλέγουμε να ζητήσουμε βοήθεια, αυτή η πλευρά ενεργοποιείται. Η ενίσχυσή της και τελικά η επικράτηση της έναντι του εσωτερικού μας Δικαστή που συνεχίζει να μας επιβάλλει σκληρές τιμωρίες όποτε αυτά τα συναισθήματα ανεβαίνουν προς τα πάνω, είναι βασικός σκοπός της ΒΕΔΨ. Μόνο τότε αρχίζουμε να απενοχοποιούμε τον εαυτό μας και να περνάμε από το «εγώ φταίω», στην αγάπη, την κατανόηση και τη φροντίδα του εαυτού.

 

 

 

Απαγορεύεται ρητώς η αναπαραγωγή μέρους ή ολόκληρου του άρθρου χωρίς προηγούμενη άδεια του αρθρογράφου.

Newsletter

Εγγραφείτε στο Newsletter
για να διαβάζετε πρώτοι τα νέα μου άρθρα...