Ακούμε αρκετά συχνά την φράση «δεν ζούμε για να τρώμε, αλλά τρώμε για να ζούμε», αν όμως κοιτάξουμε ιστορικά την σχέση μας με το φαγητό, διαπιστώνουμε ότι ποτέ δεν αποτέλεσε ΜΟΝΟ ένα μέσο για να επιβιώσουμε και να εξελιχθούμε βιολογικά. Πέρα από την σωματική ανάγκη για κατανάλωση τροφής ώστε να διατηρηθούμε στη ζωή, το φαγητό ήταν και είναι στενά συνδεδεμένο με πανανθρώπινες συναισθηματικές ανάγκες όπως είναι η δημιουργία πρωτογενούς δεσμού και διαπροσωπικών σχέσεων με τους άλλους. Αν σκεφτούμε ότι η πρώτη μας ενέργεια καθώς ερχόμαστε στη ζωή είναι να στραφούμε στο μαστό της μητέρας μας για να πιούμε γάλα, καταλαβαίνουμε ότι η τροφή, από πρωτόλειο ακόμα επίπεδο, είναι μια ευκαιρία για συναισθηματικό δέσιμο και λήψη/παροχή φροντίδας.

Ο τρόπος που ενεργούμε και αντιδρούμε σε αυτόν τον κόσμο, αλλά και οι ψυχο-συναισθηματικές μας δυσκολίες, πολύ συχνά αντικατοπτρίζονται στην σχέση μας με το φαγητό. Σίγουρα, έχουμε παρατηρήσει είτε σε εμάς, είτε σε κάποιον κοντινό μας άνθρωπο, να επιλέγει να καταναλώσει συγκεκριμένες τροφές (πλούσιες σε λιπαρά και υδατάνθρακες) όταν έχει άγχος ή πεσμένη διάθεση ώστε να νιώσει καλύτερα και να ανακουφιστεί.

Επίσης, η ανάγκη μας για έλεγχο σε διάφορες εξωτερικές και εσωτερικές καταστάσεις της ζωής μας (λ.χ. να προγραμματίσουμε το «τέλειο» ταξίδι, να βρούμε το «ιδανικό» πρόγραμμα γυμναστικής, να γνωρίσουμε τους πιο «ενδιαφέροντες» ανθρώπους, να είμαστε πάντα «ενεργητικοί» και «χαρούμενοι»)  πολλές φορές εκφράζεται μέσα από το φαγητό, είτε διανύουμε μια περίοδο όπου θα περιορίζουμε αυστηρά την κατανάλωση τροφής, είτε όταν θα είμαστε πιο αδιάφοροι και χαλαροί όσον αφορά την ποσότητα τροφής που προσλαμβάνουμε.

Ποια γνωρίσματα της συμπεριφοράς μας όμως προσδιορίζουν μια υγιή σχέση με το φαγητό και ποια όχι; Ποιες είναι οι διατροφικές διαταραχές και τα χαρακτηριστικά τους; Και τέλος, σε ποιους παράγοντες οφείλεται η εμφάνιση τους;

 

Φαγητό: Υγιής vs. μη υγιής σχέση.

Πριν μιλήσουμε για τις διαταραχές πρόσληψης τροφής, είναι σημαντικό να κάνουμε έναν αδρή διαχωρισμό μεταξύ υγιούς και μη υγιούς σχέσης με το φαγητό. Όλοι, κάποια στιγμή στη ζωή μας, μπορεί να εκδηλώσαμε κάποιες συμπεριφορές που υποδήλωναν ότι δεν έχουμε μια υγιή σχέση με το φαγητό. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι δεν έχουμε και υγιείς συνήθειες γύρω από το φαγητό ή ότι πάσχουμε από κάποια διατροφική διαταραχή. Συνήθως, η ένταση και η συχνότητα εμφάνισης των παρακάτω συμπεριφορών καθορίζουν το αν υπάρχει ζήτημα σε επίπεδο καθημερινής λειτουργικότητας ή όχι. Κάποιες συμπεριφορικές εκδηλώσεις της μη υγιούς σχέσης με το φαγητό είναι:

 

Συναισθηματική Διατροφή

Είναι ο πιο συνηθισμένος τρόπος χρήσης τροφής για κάλυψη βαθύτερων συναισθηματικών αναγκών και ανεπαρκειών που μπορεί να υπάρχουν μέσα μας. Πιο συγκεκριμένα, το άτομο μπορεί να καταναλώνει στιγμιαία μεγάλες ποσότητες διαφορετικών τροφών (που περιέχουν κυρίως ζάχαρη και απλούς υδατάνθρακες) για να αντισταθμίσει κάποια έλλειψη συναισθήματος, για να «μουδιάσει» ή να ελέγξει κάποια ανεπιθύμητα συναισθήματα ή για να νιώσει «γεμάτο» αν βιώνει κάποιο συναισθηματικό κενό. Η χρήση του φαγητού ως τρόπου αντιμετώπισης των συναισθημάτων ή του «κενού», βοηθά το άτομο να νιώσει προσωρινά μια ικανοποίηση η οποία γρήγορα υποχωρεί και αντικαθίσταται από τις τύψεις και την θλίψη. Θα μπορούσαμε να πούμε λοιπόν ότι το συναισθηματικό φαγητό λειτουργεί ως μια μορφή ασυνείδητης αυτο-τιμωρίας για κάποιο συναίσθημα, επιθυμία, σκέψη ή παρόρμηση που έχουμε θαμμένη βαθιά μέσα μας.

 

Περιοριστική Διατροφή

Μπορεί να πάρει τη μορφή παράλειψης βασικών γευμάτων, η οποία συχνά δικαιολογείται ως νηστεία, συνεχούς καταμέτρησης θερμίδων, εξάλειψης ορισμένων τροφίμων και ολόκληρου του προφίλ μακρο-θρεπτικών συστατικών, όπως είναι οι υδατάνθρακες και τα λίπαρα. Από όλα τα διατροφικά στυλ που μπορεί να υποδηλώνουν μια μη υγιή σχέση με το φαγητό, αυτό πιθανότατα περνάει απαρατήρητο και μπορεί να θεωρείται ακόμα και υγιές, καθώς βρίσκεται στα όρια της προσωπικής προτίμησης και της δίαιτας του καθενός, αλλά και επειδή προωθείται συνεχώς από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Συνήθως, τα άτομα που έχουν αυτό το στυλ διατροφής είναι τελειομανή, έχουν υψηλά στάνταρ επίδοσης, σκέφτονται διχοτομικά καλή» ή «κακή» τροφή), είναι ιδιαίτερα επικεντρωμένα στην εξωτερική τους εμφάνιση και την μορφή του σώματός τους και υιοθετούν συχνά μια επικριτική στάση τόσο απέναντι στον εαυτό τους όσο και προς τους άλλους.

 

Κάποια άλλα γνωρίσματα της μη υγιούς σχέσης με το φαγητό είναι:

  • Ενοχικά συναισθήματα μετά την κατανάλωση τροφής.
  • Αίσθημα αποστροφής και αηδίας όταν πλησιάζει η ώρα του φαγητού.
  • Άγχος πριν ή κατά τη διάρκεια του φαγητού.
  • Άγχος όταν μας βλέπουν και άλλοι να τρώμε.

 

 

Η υγιής σχέση με το φαγητό χαρακτηρίζεται από ευέλικτη και προσαρμοστική, ανάλογα με τις συνθήκες, διατροφή (ακούγοντας τι χρειάζεται το σώμα μας κάθε φορά) και καθοδηγείται κυρίως από εσωτερικές σωματικές και αισθητηριακές ενδείξεις πείνας και κορεσμού στο σώμα. Κάποια χαρακτηριστικά γνωρίσματα είναι:

 

  • Χρήση των εσωτερικών ενδείξεων πείνας και κορεσμού (π.χ. τρώμε όταν πεινάμε και σταματάμε όταν χορταίνουμε).
  • Αίσθημα ικανοποίησης και ευχαρίστησης μετά το φαγητό.
  • Μειωμένος ο χρόνος που ξοδεύουμε για να σκεφτούμε το φαγητό σε σχέση με λοιπές δραστηριότητες εργασίας ή ελεύθερου χρόνου (π.χ. δεν ανησυχούμε για τις επιλογές τροφίμων που καταναλώσαμε ή πρόκειται να καταναλώσουμε).
  • Διατροφικές επιλογές που αποτελούνται από ποικιλία διαφορετικών τροφίμων από όλες/τις περισσότερες ομάδες τροφίμων και δεν υπάγονται σε απόλυτα αυστηρούς κανόνες (π.χ. δεν πρέπει να φάω υδατάνθρακες ή λιπαρά).

 

Διατροφικές Διαταραχές: Ποια είναι τα χαρακτηριστικά τους;

Κάθε διατροφική διαταραχή αποτελείται από μια ομάδα διακριτών και όμοιων συμπτωμάτων που μπορεί να περιλαμβάνονται και σε κάποια άλλη. Οι διατροφικές διαταραχές αποτελούνται από την νευρική ανορεξία, την νευρική βουλιμία, τη διαταραχή υπερ-φαγίας, την pica, την αποφευκτική/περιοριστική διαταραχή πρόσληψης τροφής, την ορθορεξία και άλλες διατροφικές διαταραχές μη προσδιοριζόμενες αλλιώς. Η ορθορεξία δεν αποτελεί επίσημη διαγνωστική κατηγορία, αλλά έχει τη δική της μοναδική ομάδα συμπτωμάτων που διαφέρουν από τις άλλες διατροφικές διαταραχές. Σε αντίθεση με άλλες διατροφικές διαταραχές που αφορούν την ενασχόληση με την εικόνα του σώματος, η ορθορεξία χαρακτηρίζεται κυρίως από την ανάγκη κατανάλωσης υγιεινών (ή «καθαρών») τροφών. Ο τρόπος με τον οποίο τα τρόφιμα θεωρούνται «καθαρά» ή «ακάθαρτα» διαφέρει από άτομο σε άτομο.

Είναι σημαντικό να έχουμε στο μυαλό μας ότι μια διαγνωσμένη διατροφική διαταραχή περιλαμβάνει ένα σύνολο συμπτωμάτων που εμφανίζονται καθημερινά, σε μεγάλη ένταση και τα οποία μειώνουν σημαντικά την γνωστική, κοινωνική και εργασιακή λειτουργικότητα του ατόμου, ακόμα και αν κάποιες φορές δεν το καταλαβαίνει. Οι περισσότεροι από εμάς, είναι πιθανό να βιώσουμε ένα ή δύο από τα παρακάτω συμπτώματα κάποια στιγμή στη ζωή μας, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι πληρούμε τα κριτήρια για κάποια διάγνωση.

 

Νευρική Ανορεξία

Η νευρική ανορεξία χαρακτηρίζεται από συνεχή περιορισμό της πρόσληψης τροφής, έντονο φόβο για αύξηση του σωματικού βάρους και διαταραχή της αντίληψης του βάρους και του σχήματος του σώματος. Ένα άτομο με ανορεξία, θα διατηρήσει το βάρος του όσο το δυνατόν πιο χαμηλά περιορίζοντας την πρόσληψη τροφής, προκαλώντας έμετο στον εαυτό του μετά την κατανάλωση ακόμα και ελάχιστης ποσότητας τροφής ή/και κάνοντας υπερβολική άσκηση ή/και χρήση ειδικών φαρμακευτικών σκευασμάτων (λ.χ. διουρητικών ή καθαρτικών). Παρόλο που κάποιο άτομο που πάσχει από ανορεξία είναι σημαντικά λιποβαρές και υποσιτισμένο, εξακολουθεί να φοβάται ότι θα πάρει βάρος και μπορεί να θεωρεί τον εαυτό του υπέρβαρο.

 

 

Νευρική Βουλιμία

Η νευρική βουλιμία χαρακτηρίζεται από επεισόδια υπερφαγίας (κατανάλωση ασυνήθιστα μεγάλων ποσοτήτων διαφορετικής συνήθως τροφής σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα), τα οποία συνδέονται με αίσθημα απώλειας ελέγχου, ενοχής και ντροπής. Όλα τα υπερ-φαγικά επεισόδια ακολουθούνται από αντισταθμιστικές συμπεριφορές για την πρόληψη της αύξησης του σωματικού βάρους, όπως είναι ο αυτό-προκαλούμενος εμετός, η νηστεία, η υπερβολική άσκηση και η κατάχρηση διουρητικών/καθαρτικών. Ένα άτομο με βουλιμία συνήθως διατηρεί ένα μέσο φυσιολογικό βάρος για το ύψος του, γεγονός που συχνά καθιστά την εν λόγω διαταραχή λιγότερο αναγνωρίσιμη από την ανορεξία. Παρόμοια με την ανορεξία, τα άτομα με βουλιμία δίνουν μεγάλη έμφαση στο σχήμα και το βάρος του σώματός τους και έχουν μια διαστρεβλωμένη εικόνα του σώματός τους. Είναι σημαντικό να σημειωθεί περίπου το ένα τρίτο των ατόμων με ανορεξία περνάει στη βουλιμία, ενώ το 14% των ατόμων με βουλιμία περνάει στην ανορεξία.

 

Διαταραχή Υπερ-φαγίας

Η διαταραχή της υπερ-φαγίας χαρακτηρίζεται από τακτικά επεισόδια γρήγορης κατανάλωσης μεγάλης ποσότητας φαγητού τα οποία συνοδεύονται συνήθως από αίσθημα απώλειας ελέγχου, σωματικά συμπτώματα (π.χ. «φούσκωμα», δυσπεψία, τάση για εμετό, στομαχικό πόνο) ενοχές και ντροπή. Σε αντίθεση με τη βουλιμία, το άτομο με διαταραχή υπερ-φαγίας δεν χρησιμοποιεί αντισταθμιστικές συμπεριφορές, όπως είναι ο αυτο-προκαλούμενος εμετός ή η χρήση διουρητικών/καθαρτικών σκευασμάτων.

 

Pica

Είναι μια σχετικά σπάνια διατροφική διαταραχή η οποία χαρακτηρίζεται από την κατανάλωση μη θρεπτικών, μη βρώσιμων ουσιών, όπως κιμωλία, το χώμα ή το χαρτί. Η pica παρατηρείται κυρίως σε παιδιά με αυτισμό, γυναίκες κατά την εγκυμοσύνη και ενήλικες με διανοητικές ή ακόμα και άλλες ψυχιατρικές δυσκολίες.

 

Αποφευκτική/περιοριστική διαταραχή πρόσληψης τροφής

Χαρακτηρίζεται από την αποφυγή ή/και τον περιορισμό συγκεκριμένων τροφών. Αιτίες αυτής της αποφυγής μπορεί να είναι η έλλειψη ενδιαφέροντος για το φαγητό, τα αισθητηριακά χαρακτηριστικά της τροφής (λ.χ. εμφάνιση, χρώμα, υφή, μυρωδιά, γεύση, θερμοκρασία) ή η ο έντονος φόβος για τις πιθανές συνέπειες της λήψης τροφής για την ζωή του ατόμου (λ.χ. πνιγμός). Σε αντίθεση με την νευρική ανορεξία, το άτομο με αυτή την διαταραχή, ενώ περιορίζει σε μεγάλο βαθμό την κατανάλωση τροφής, δεν βιώνει την ανησυχία για το βάρος και το σχήμα του σώματος του. Ωστόσο, σε βαριές περιπτώσεις, η διατροφική ανεπάρκεια μπορεί να επιφέρει εξίσου σοβαρά προβλήματα στη σωματική υγεία του ατόμου με αυτά της νευρικής ανορεξίας (π.χ. βραδυκαρδία, υποθερμία, αναιμία).

 

Άλλες διατροφικές διαταραχές μη προσδιοριζόμενες αλλιώς

Τα άτομα που εμπίπτουν σε αυτήν τη διαγνωστική κατηγορία μπορεί να παρουσιάζουν πολλά συμπτώματα συγκεκριμένων διατροφικών διαταραχών, αλλά οι εμπειρίες τους δεν πληρούν τα διαγνωστικά κριτήρια κάποιας εξ’ αυτών. Για παράδειγμα, μπορεί ένα άτομο να εμφανίζει όλα τα συμπτώματα της νευρικής ανορεξίας, συμπεριλαμβανομένου του υπερβολικού περιορισμού της πρόσληψης τροφής και του έντονου φόβου να πάρει βάρος, χωρίς όμως να είναι σημαντικά λιποβαρής (γνωστή ως άτυπη ανορεξία). Αυτό όμως δε σημαίνει ότι οι δυσκολίες του είναι λιγότερο σοβαρές από τις άλλες διατροφικές διαταραχές.

 

Διατροφικές Διαταραχές: Πως αναπτύσσονται;

Υπάρχουν πολλοί διαφορετικοί παράγοντες κινδύνου που συμβάλλουν στη δημιουργία μιας μη υγιούς σχέσης με το φαγητό η οποία, κάτω από συγκεκριμένες γονιδιακές και περιβαλλοντικές επιδράσεις, μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη μιας διατροφικής διαταραχής. Πολλοί από αυτούς τους παράγοντες κινδύνου είναι δύσκολο να προληφθούν, να απομονωθούν και να αποφευχθούν, όπως είναι η δράση ορισμένων γονιδιακών ομάδων και η επιρροή της σημερινής δυτικο-ευρωπαϊκής κουλτούρας στην οποία βρισκόμαστε ενταγμένοι.

Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, η αυξανόμενη «πανδημία της παχυσαρκίας», η οποία έχει οδηγήσει σε μείζονες αλλαγές στα κοινωνικο-πολιτισμικά πρότυπα σχετικά με την ομορφιά, τη διατροφή και την εικόνα του σώματος, έχει προκαλέσει αυξημένη προσοχή και ανησυχία. Τα μηνύματα σχετικά με τη «σωστή» διατροφή και την εικόνα ενός «στεγνού» και «ιδανικά» γυμνασμένου/μυώδους σώματος προβάλλονται σε μεγάλο βαθμό μέσω των πλατφορμών κοινωνικής δικτύωσης.

Αυτό που ξεκίνησε ως «παγκόσμια καμπάνια καταπολέμησης» της παχυσαρκίας έχει εξελιχθεί σε μια επιτακτική ανάγκη απόκτησης αυτού του πρότυπου σώματος τόσο για τους άνδρες όσο και για τις γυναίκες, όχι για να είναι υγιείς και σωματικά λειτουργικοί στην καθημερινότητά τους, αλλά για να έχουν την «τέλεια» εμφάνιση και να είναι κοινωνικά αποδεκτοί. Έρευνες έχουν διαπιστώσει ότι η μεγαλύτερη έκθεση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης σχετίζεται με την κοινωνική σύγκριση και με μια χειρότερη εικόνα του σώματος, η οποία συνδέεται περαιτέρω με αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης μιας μη υγιούς σχέσης με το φαγητό.

 

 

Από την άλλη μεριά, παρόλο που πρέπει να υπάρχουν ορισμένα γενετικά χαρακτηριστικά για να καταστεί ένα άτομο ευάλωτο στην ανάπτυξη μιας διατροφικής διαταραχής, ακόμα και αν υπάρχουν οι αυτοί οι κρίσιμοι γενετικοί δείκτες, τότε το εν λόγω άτομο μπορεί να μην αναπτύξει κάποια διατροφική διαταραχή, εφόσον το περιβάλλον στο οποίο μεγαλώνει είναι ασφαλές και προστατευτικό. Πρόσφατες έρευνες δείχνουν ότι η ύπαρξη μιας σταθερής σχέσης με ένα υποστηρικτικό, καλοήθες και «απορροφητικό» πρόσωπο στην αρχή της ζωής μας που λειτουργεί ως βασικός φροντιστής, μπορεί να αναστείλει τη δράση ορισμένων γονιδίων που ευνοούν την ανάπτυξη μιας διατροφικής διαταραχής.

Το τραύμα προσκόλλησης σε κάποιον πρωταρχικό δεσμό της ζωής μας, είτε με την μητέρα μας, είτε με τον πατέρα μας λόγω απώλειας (λ.χ. θάνατος, διαζύγιο, εγκατάλειψη), ψυχικής ασθένειας του φροντιστή, παραμέλησης, κακοποίησης (λεκτικής, σωματικής, σεξουαλικής), ή/και συναισθηματικής στέρησης, είναι ίσως ο πιο κρίσιμος παράγοντας ανάπτυξης μιας διατροφικής διαταραχής, κυρίως της ανορεξίας ή/και της βουλιμίας. Το τραύμα προσκόλλησης πυροδοτεί έντονα, τρομακτικά και επώδυνα συναισθήματα στην ψυχική συσκευή του παιδιού το οποίο για να τα ελέγξει επειδή δεν μπορεί χωρίς βοήθεια να τα επεξεργαστεί, τα στέλνει στο πίσω μέρος του μυαλού του, το λεγόμενο ασυνείδητο.

Στην ενήλικη ζωή, κάθε φορά που κινητοποιούνται αυτά τα συναισθήματα στις τρέχουσες σχέσεις της ζωής του, το άτομο βιώνει έντονο ασυνείδητο άγχος χωρίς να ξέρει γιατί. Στηρίζεται λοιπόν, χωρίς να το καταλαβαίνει, σε διάφορους τρόπους για να ανακουφιστεί από το άγχος και να συνεχίσει να ελέγχει τα καταπιεσμένα συναισθήματα που προσπαθούν να εισέλθουν στη συνείδηση.

Κάποιοι από αυτούς τους τρόπους (που στην ψυχοθεραπευτική γλώσσα λέγονται άμυνες) είναι να τρώει μεγάλες ποσότητες από πολλές και διαφορετικές τροφές σε σύντομο χρονικό διάστημα, να νιώθει για πολύ λίγο ικανοποίηση, αλλά ακαριαία να καταλαμβάνεται από ενοχές και να προκαλεί στον εαυτό του εμετό ή να περιορίζει υπερβολικά την κατανάλωση τροφής στην προσπάθεια να νιώσει καλά με την εικόνα του εαυτού του με αποτέλεσμα να αυτό-τιμωρείται ασυνείδητα μέσω του υποσιτισμού και να θέτει σε κίνδυνο την ζωή του.

Πως το άτομο μπορεί να ξεπεράσει όμως αυτές τις δυσκολίες αν υπέστη τραύμα σε κάποιον πρωταρχικό δεσμό; Υπάρχει τρόπος να αντιμετωπίσει ανοιχτά και ειλικρινά τα συναισθήματα που καταπιέζει και ελέγχει τόσα χρόνια για να σταματήσει η ατέρμονη ανάγκη για αυτο-τιμωρία; Και τέλος, ποιος είναι ο ρόλος του θεραπευτή αν το άτομο αποφασίσει να ζητήσει βοήθεια;

Διαβάστε το 2ο μέρος εδώ.

 

Απαγορεύεται ρητώς η αναπαραγωγή μέρους ή ολόκληρου του άρθρου χωρίς προηγούμενη άδεια του αρθρογράφου.

Newsletter

Εγγραφείτε στο Newsletter
για να διαβάζετε πρώτοι τα νέα μου άρθρα...