Δημιουργούμε ανθρώπινες σχέσεις γιατί, αν ήμασταν τυχεροί και μεγαλώσαμε σε ένα σχετικά επαρκές και ασφαλές οικογενειακό περιβάλλον, μάθαμε από νωρίς στη ζωή μας ότι αποτελούν πηγή χαράς, ικανοποίησης και συναισθηματικής στήριξης για εμάς. Οι αγαπημένοι μας άνθρωποι είναι εκείνοι με το οποίους μοιραζόμαστε τις χαρές ή τα επιτεύγματά μας και εκείνοι στους οποίους βασιζόμαστε και θέλουμε να είναι εκεί όταν τα πράγματα δυσκολεύουν για εμάς. Αρκετά συχνά όμως, οι σχέσεις μπορούν επίσης να αποτελέσουν πηγή πόνου, ταλαιπωρίας και ταραχής στη ζωή μας, ειδικά όταν καλούμαστε να διαχειριστούμε το τέλος τους, είτε το αποφασίζουμε εμείς, είτε οι άλλοι.

Συνήθως, το τέλος μιας ερωτικής, φιλικής ή ακόμα και οικογενειακής σχέσης μπορεί να είναι συναισθηματικά επώδυνο και βασανιστικό. Οι περισσότεροι από εμάς, μπορούμε να θυμηθούμε τουλάχιστον μια φορά στη ζωή μας τον πόνο και την λύπη που μας προκάλεσε το τέλος μιας σχέσης. Μετά από έναν χωρισμό, μπορεί να ήμασταν ιδιαίτερα ταραγμένοι, να μην μπορούσαμε να κοιμηθούμε ή να φάμε, να κλαίγαμε αρκετά συχνά και να ήμασταν ευέξαπτοι ακόμα και με τους ανθρώπους που βρισκόντουσαν δίπλα μας για να μας βοηθήσουν.

Ωστόσο, οι άνθρωποι αντιδρούν με διάφορους τρόπους όταν έρχονται αντιμέτωποι με έναν χωρισμό. Κάποιοι μπορεί να  βιώνουν έντονη στεναχώρια με αποτέλεσμα να κλείνονται στον εαυτό τους και να αποσύρονται κοινωνικά. Αυτά τα άτομα δυσκολεύονται να αποδεχτούν το τέλος της σχέσης, να βιώσουν όλα τους τα συναισθήματα και συνήθως μένουν εγκλωβισμένα είτε στο να νοσταλγούν μόνο τις όμορφες στιγμές εξιδανικεύοντας το άλλο πρόσωπο, είτε στο να μηρυκάζουν τις άσχημες, με αποτέλεσμα να προκαλούν, άθελά τους, ολοένα και περισσότερο πόνο και στεναχώρια στον εαυτό τους μιας και δεν βλέπουν την σχέση, τον εαυτό τους και τους άλλους ολοκληρωμένα.

Άλλοι άνθρωποι αντιδρούν με ατελείωτη απασχόληση και συνεχή κοινωνική δραστηριότητα. Αυτοί φαίνεται να αναζητούν τρόπους για να μουδιάσουν και να αποφύγουν τα έντονα και επώδυνα συναισθήματα μέσω των ουσιών, των αγορών ή του ευκαιριακού σεξ. Δεδομένων λοιπόν των προκλήσεων που συνεπάγεται ένας χωρισμός, μπορούμε να καταλάβουμε γιατί το τέλος μιας σχέσης είναι ένας από τους πιο συνηθισμένους λόγους για τους οποίους οι άνθρωποι επισκέπτονται έναν ειδικό ψυχικής υγείας.

Ποιο μέρος της φυσιολογίας μας δεν μας επιτρέπει να ξεπεράσουμε εύκολα τα ερωτικά συναισθήματα; Για ποιους λόγους, ακόμα και όταν παίρνουμε την απόφαση να χωρίσουμε, γυρνάμε πίσω σε μια τελειωμένη σχέση μένοντας στάσιμοι στη ζωή μας; Ποιες ερωτήσεις μπορούμε να κάνουμε στον εαυτό μας για να καταλάβουμε καλύτερα τον τρόπο που συνδεόμαστε με τους άλλους;

 

Γιατί ο εγκέφαλος δεν μας βοηθά;

Όπως είπαμε, ο τερματισμός μιας σχέσης μπορεί να είναι απίστευτα δύσκολος, ανεξάρτητα από το πόσο τοξική είναι (σε κάποιες περιπτώσεις μάλιστα όσο πιο τοξική είναι μια σχέση, τόσο… δυσκολευόμαστε να βγούμε από αυτή). Εν μέρει αυτό οφείλεται σε νευρο-βιολογικούς παράγοντες, καθώς νέες επιστημονικές μελέτες έχουν δείξει ότι τα ερωτικά συναισθήματα, ενεργοποιούν τις ίδιες περιοχές του εγκεφάλου με την λήψη διεγερτικών ουσιών όπως είναι η κοκαΐνη. Η συγκριτική ανάλυση εγκεφαλικών τομογραφιών ερωτευμένων ανθρώπων και ατόμων που έχουν εθισμό στην κοκαΐνη, εμφανίζει αυξημένη δραστηριότητα στα κέντρα ευχαρίστησης και ανταμοιβής του εγκεφάλου και μειωμένη δραστηριότητα στον μετωπιαίο λοβό, που είναι η περιοχή που είναι υπεύθυνη για τις ανώτερες νοητικές λειτουργίες. Αυτό σημαίνει ότι, ενώ ο έρωτας μας κάνει να νιώθουμε καλά τόσο σε συναισθηματικό όσο και σε σωματικό επίπεδο, μπορεί επίσης να επηρεάσει την κρίση μας και αρκετά συχνά να την αναστείλει προσωρινά ή να την περιορίσει.

Για το λόγο αυτό, η έντονη ανάγκη για βίωση ερωτικών συναισθημάτων  μπορεί μερικές φορές να συγκριθεί με έναν εθισμό. Στον έρωτα, όπως και σε έναν εθισμό, μπορεί να υπάρξουν αρνητικές παρενέργειες, όπως η κακοποίηση, η έλλειψη σεβασμού και ασφάλειας, η καταπάτηση προσωπικών ορίων ή η συναισθηματική στέρηση, αλλά παρ’ όλες αυτές τις άσχημες συνθήκες και βάζοντας ως ύψιστη προτεραιότητα την ρομαντική έλξη, τα ερωτικά αισθήματα ή την αγάπη, δυσκολευόμαστε φύγουμε από μια σχέση φοβούμενοι ότι δεν θα αντέξουμε τον χωρισμό.

 

 

Γιατί θέλω να γυρίσω πίσω;

Όταν ένα ζευγάρι χωρίζει, είναι συχνά αναπόφευκτο το ένα ή και τα δύο εμπλεκόμενα μέρη να επιθυμούν να ξανασμίξουν. Μετά από έναν χωρισμό, μπορεί να αναπολούμε την σχέση με νοσταλγία, να θυμόμαστε τις καλές στιγμές που περάσαμε και να μειώνουμε την σημασία των παραγόντων που μας οδήγησαν να χωρίσουμε εξαρχής. Ορισμένα ζευγάρια φαίνεται να προσπαθούν να συμφιλιωθούν για λίγο, αλλά αυτό τις περισσότερες φορές δεν αποδίδει και χωρίζουν ξανά.

Φυσικά, ενώ μπορεί η ιδέα της επανασύνδεσης να μοιάζει ελκυστική και να λειτουργεί για ορισμένα ζευγάρια, για πολλούς ανθρώπους η επανένωση θα οδηγήσει απλώς σε μια καταναγκαστική επανάληψη των ίδιων προβλημάτων που συνέβαλαν στον χωρισμό – εκτός αν κάθε άτομο έχει κάνει εκτεταμένη δουλειά για να αναπτύξει νέες διαπροσωπικές και συναισθηματικές δεξιότητες με αποτέλεσμα να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις που συνέβαλαν τον χωρισμό. Αν δεν έχει γίνει αυτή η προσωπική δουλειά, οι πιθανότητες να μπορέσει ένα ζευγάρι να επανενωθεί και να οικοδομήσει μια υγιή και ισότιμη σχέση, δεν είναι τόσο ευνοϊκές.

Συνεπώς, όσο κι αν σας λείπει ο/η πρώην σύντροφό σας και όσο δελεαστικό κι αν είναι να προσπαθήσετε να τα ξαναβρείτε μεταξύ σας, ίσως είναι καλή ιδέα να εξετάσετε προσεκτικά τα κίνητρά σας πίσω από την αναζωπύρωση της σχέσης και να βεβαιωθείτε ότι, αν πραγματικά θέλετε να ξανασμίξετε, θα το κάνετε από μια ώριμη και ενήλικη θέση. Αντίθετα, οι πιο συνηθισμένοι λόγοι που μας ωθούν να επιστρέψουμε σε μια σχέση και αυτή η επιστροφή να ΜΗΝ μας βγει σε καλό, είναι:

 

  • Ο χωρισμός και η επανασύνδεση έχουν γίνει συνήθεια για εμάς.

Ορισμένα ζευγάρια αναπτύσσουν ένα μη υγιές μοτίβο σχέσης με βάση το οποίο έρχονται πολύ γρήγορα κοντά το ένα άτομο με το άλλο, στην αρχή απολαμβάνουν αυτή την οικειότητα αλλά αμέσως μετά τρομοκρατούνται και στη συνέχεια σαμποτάρουν τη σχέση τους προκειμένου να χαλαρώσουν και να αποκτήσουν ξανά τον απαραίτητο χώρο. Ενώ από την μια μεριά αποζητούν την συντροφικότητα, ο τρόπος που τη διεκδικούν, δημιουργεί στους άλλους (ή ακόμα και στους ίδιους) μια ασφυξία ή ακόμα και την αίσθηση ότι χάνουν τον εαυτό τους μέσα στη σχέση και ότι τους απορροφά ο άλλος.

Συνεπώς, αποσύρονται συναισθηματικά, δίνουν προτεραιότητα κυρίως σε άλλες πτυχές τις ζωής τους (π.χ. εργασία, χόμπι) και προκαλούν ασυνείδητα συνεχείς συγκρούσεις με πρόσχημα ασήμαντες αφορμές για να διαλύσουν τη σχέση και να πάρουν… κάποιο χρόνο για τον εαυτό τους. Στη συνέχεια, επιζητώντας ξανά την έντονη οικειότητα, επιστρέφουν βιαστικά στη σχέση και επαναλαμβάνουν αυτόν τον κύκλο ξανά και ξανά. Σε αυτές τις σχέσεις, για να κατανοήσει το άτομο καλύτερα την έλξη του προς αυτό το μοτίβο, είναι συνήθως απαραίτητο να ζητήσει βοήθεια από κάποιον ειδικό.

 

  • Επιστρέφουμε στη σχέση για το σεξ.

Είναι σύνηθες, μετά από ένα χωρισμό, να νιώθουμε περισσότερο ευάλωτοι και  μόνοι. Η σύνδεση που δημιουργείται μέσα από την σεξουαλική οικειότητα που αναπτύχθηκε στην σχέση που τελείωσε προσφέρει συνήθως μια ισχυρή ανακούφιση απέναντι σε αυτά τα αισθήματα. Το άτομο με το οποίο νιώθουμε πιο άνετα να κάνουμε σεξ είναι το ίδιο άτομο με το οποίο μόλις χωρίσαμε. Επίσης, μπορεί να σκεφτόμαστε ότι είναι και το μόνο άτομο το οποίο μας βρίσκει ελκυστικούς. Ωστόσο, αν και μπορεί να νιώθουμε καλά τη στιγμή που το κάνουμε, δεν αντιμετωπίζουμε τα βασικά ζητήματα που οδήγησαν στον χωρισμό με αποτέλεσμα αυτά να προκύπτουν ξανά και να βιώνουμε τον ίδιο πόνο και την ίδια ματαίωση με κάποια διαλείμματα πρόσκαιρης απόλαυσης και ικανοποίησης.

 

 

  • Φοβόμαστε ότι θα μείνουμε μόνοι.

Πολλοί από εμάς, πιστεύουμε ότι το να είμαστε μόνοι για ένα διάστημα είναι τρομακτικό – κάτι που δεν μπορούμε να αντέξουμε ίσως γιατί έχουμε βιώσει την εγκατάλειψη στο παρελθόν και θέλουμε να αποφύγουμε έναν αντίστοιχο πόνο. Ένα από τα προνόμια της σχέσης λοιπόν, ακόμη και αν δεν είναι πάντα υγιής, είναι η συντροφικότητα. Υπάρχει πάντα κάποιος εκεί για εμάς για να απαλύνει το αίσθημα της μοναξιάς.

Ο φόβος του να μείνουμε μόνοι είναι ίσως ένας από τους πιο συνηθισμένους λόγους για τους οποίους επιστρέφουμε ή παραμένουμε (ακόμα και όταν δεν το θέλουμε) σε μια σχέση που δεν μας ικανοποιεί. Είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε όμως ότι αυτός ο φόβος μπορεί να επηρεάσει την ικανότητά μας να πάρουμε μια καλύτερη απόφαση για εμάς και τις σχέσεις μας.

Μπορεί να μας τρομάζει η σκέψη να προχωρήσουμε μόνοι, και να φοβόμαστε τώρα ότι αυτό θα συνεχιστεί για το υπόλοιπο της ζωής μας, αλλά είναι σημαντικό να καταλάβουμε ότι το να είμαστε μόνοι για ένα διάστημα δεν σημαίνει ότι δεν μπορούμε να είμαστε ικανοποιημένοι σε άλλες πτυχές της ζωής μας. Επίσης, μετά το πρώτο διάστημα του χωρισμού, μπορεί να είναι πιο ικανοποιητικό το να συνεχίσουμε μόνοι μέχρι να βρούμε αυτό που μας ταιριάζει περισσότερο από το να συνεχίσουμε να είμαστε με έναν σύντροφο που είναι τοξικός, χειριστικός ή κάποιο άλλο τρόπο επιβλαβής για την ευημερία σας.

 

  • Νοσταλγούμε ΜΟΝΟ τις όμορφες στιγμές.

Όπως γράφει πολύ όμορφα και εύστοχα ο Αύγουστος Κορτώ, «η νοσταλγία πάσχει από ανήκεστη μυωπία: όσο απομακρυνόμαστε από το άτομο που νοσταλγούμε, τόσο πιο θολό, πιο στρογγυλεμένο και πιο ασαφές το βλέπουμε, ώσπου ο αλλοτινός πόνος είναι αγνώριστος, αξεχώριστος από την αλλοτινή χαρά. Η νοσταλγία είναι εξακολουθητική ψεύτρα: έστω και ερήμην μας, όταν νοσταλγούμε, αλλοιώνουμε το παρελθόν, το εξωραΐζουμε, ώσπου καταλήγουμε να πιστεύουμε πράγματα που δεν ζήσαμε, συναισθήματα που δεν νιώσαμε».

Μην αφήνετε λοιπόν τη νοσταλγία σας για τις ευτυχισμένες στιγμές που μοιραστήκατε να υπερνικά τον πόνο από τις δυσκολίες που αντιμετωπίσατε. Αφιερώστε χρόνο για να αξιολογήσετε τους πραγματικούς λόγους του χωρισμού, με σκοπό όχι να βρείτε τον «φταίχτη», αλλά να καταλάβετε με έναν πιο συνεκτικό τρόπο τον εαυτό σας ώστε να αποφύγετε μελλοντικά παρόμοια δυσλειτουργικά μοτίβα συμπεριφοράς ή/και συντρόφους που δεν σας ταιριάζουν.

 

Τι μπορώ να ρωτήσω τον εαυτό μου;

Πριν αποφασίσετε να γυρίσετε πίσω σε μια σχέση που έχει τελειώσει ή καθώς περνάτε έναν χωρισμό, θα είχε ενδιαφέρον να ρωτήσετε τον εαυτό σας:

 

  1. Έχω παρατηρήσει κάποια μη βοηθητικά μοτίβα συμπεριφοράς δικά μου ή/και των ερωτικών μου συντρόφων που τείνουν να επαναλαμβάνονται στις τελευταίες σχέσεις που έχω δημιουργήσει;
  2. Έχω παρατηρήσει να ελκύομαι πολύ έντονα από συντρόφους με παρόμοια χαρακτηριστικά που στην αρχή μου φαίνονται «ιδανικοί», αλλά έπειτα απωθητικοί ή «λίγοι» για εμένα;
  3. Υπήρχαν ανάγκες που φοβόμουν να τις επικοινωνήσω στο/ην σύντροφό μου, αλλά περίμενα να τις καταλάβει και θύμωνα όταν δεν το έκανε; Ποιες είναι αυτές οι ανάγκες; Ποιες από αυτές θα μπορούσαν να είναι ενήλικες και ποιες παιδικές;
  4. Πως αντιδρούσα συνήθως όταν προέκυπτε μια σύγκρουση; Αν γυρνούσα τον χρόνο πίσω, θα έκανα κάτι διαφορετικά;
  5. Αν κοιτάξω τις τελευταίες σχέσεις της ζωής μου, ποιες είναι οι πιο σημαντικές ανάγκες που θέλω να ικανοποιούνται μέσα στη σχέση μου; Με ποιον τρόπο τις διεκδικώ και πως αντιδρώ όταν ματαιώνονται;
  6. Πως νιώθω όταν ακούω το/ην σύντροφό μου να μου μιλά για τις δικές του ανάγκες; Πόσο χρόνο αφιερώνω για να ακούσω πραγματικά τον άλλο;
  7. Τι θα μπορούσα να μάθω από την τελευταία μου σχέση ώστε να καθοδηγήσω τον εαυτό μου στην επιλογή ενός καταλληλότερου για εμένα συντρόφου;

 

Κάνοντας στον εαυτό μας τις παραπάνω ερωτήσεις και έχοντας την επιθυμία να κάνουμε μια ειλικρινή συζήτηση μαζί του, ίσως καταφέρουμε να προσδιορίσουμε τα εμπόδια που βάζουμε άθελά μας στον εαυτό μας όταν δημιουργούμε σχέσεις που στο μεγαλύτερο διάστημά τους, είτε νιώθουμε στερημένοι και παραμελημένοι, είτε δυσαρεστημένοι και ανικανοποίητοι επειδή ο άλλος δεν καταφέρνει να φανεί, σχεδόν ποτέ, αντάξιος των προσδοκιών μας.

Επίσης, οι απαντήσεις σε αυτές τις ερωτήσεις μπορεί να μας βοηθήσουν να αναγνωρίσουμε τους πραγματικούς λόγους πίσω από τη δυσκολία μας να δημιουργήσουμε μια ισότιμη, μη εξαρτητική και ενήλικη σχέση, καθώς και να διαχωρίσουμε τις σημαντικές από τις λιγότερο σημαντικές ανάγκες που έχουμε, δίνοντας παράλληλα χώρο στον άλλο να εκφράσει τις δικές του.

Συνήθως, ο μόνος τρόπος για να ξεπεράσουμε αυτές τις δυσκολίες, οι οποίες, τις περισσότερες φορές, κρύβουν ανικανοποίητες συναισθηματικές ανάγκες και ματαιώσεις από την παιδική ηλικία, είναι να ξεκινήσουμε θεραπεία, ειδικά αν αυτές έχουν προκύψει ξανά σε προηγούμενες σχέσεις. Οι περισσότεροι από εμάς είμαστε σίγουροι ότι ξέρουμε τον εαυτό μας και μπορούμε να καταλάβουμε και τους άλλους για να δημιουργήσουμε τις σχέσεις που θέλουμε.

Ωστόσο, η επούλωση ενός ψυχικού τραύματος δεν προκύπτει από όσα επεξεργαζόμαστε με την λογική μας, αλλά από όσα βιώνουμε συναισθηματικά στο σώμα μας. Η επαφή με άγνωστα, τρομακτικά και επώδυνα συναισθήματα προηγείται του νοήματος που θα δώσουμε σε όσα μας συνέβησαν στο παρελθόν. Αυτό μπορεί να γίνει κυρίως στο ασφαλές περιβάλλον της ψυχοθεραπείας η οποία δεν κάνει θαύματα, αλλά μπορεί να αλλάξει σημαντικά την ζωή ενός ανθρώπου.

 

 

Ποιοι είναι όμως οι ψυχολογικοί και συναισθηματικοί λόγοι που κάνουν το τέλος μιας σχέσης να μας φαίνεται τόσο δύσκολο και επώδυνο και τι μπορούμε να κάνουμε πρακτικά για να μάθουμε να ξεπερνάμε έναν χωρισμό;

 

Διάβασε το 2ο μέρος εδώ.

 

 

Απαγορεύεται ρητώς η αναπαραγωγή μέρους ή ολόκληρου του άρθρου χωρίς προηγούμενη άδεια του αρθρογράφου.

Newsletter

Εγγραφείτε στο Newsletter
για να διαβάζετε πρώτοι τα νέα μου άρθρα...