Το να είμαστε κοντά με την οικογένειά μας έχοντας αμοιβαία ικανοποιητικές σχέσεις με τα μέλη που την απαρτίζουν, επιδρά θετικά στην ψυχο-συναισθηματική μας υγεία, αλλά τι συμβαίνει όταν είμαστε πολύ…κοντά; Όταν ακόμα και χρόνια μετά την ενηλικίωση επιλέγουμε την «πατρική» οικογένεια ως την μόνη κοιτίδα φροντίδας, ασφάλειας και στήριξης; Όταν διαφορετικές γενιές της ίδιας οικογένειας συμβιώνουν στο ίδιο οίκημα έχοντας άμεση πρόσβαση ο ένας στη ζωή του άλλου; Όταν η οικογένεια θεωρείται άβατο, καθώς μεγαλώνουμε μέσα σε ένα δίκτυο σχέσεων στο οποίο πηγαίνουν όλα πάντα καλά και δεν επιτρέπεται να εκφραστούν παράπονα ή αρνητικά συναισθήματα; Όταν η αντίδραση ή η διαφωνία με τα «δυνατά» μέλη αυτού του δικτύου θεωρείται έλλειψη σεβασμού και τιμωρείται; Ή όταν οι ρόλοι χάνονται με το να γίνονται οι γονείς οι «φίλοι» ή η παρέα των παιδιών και τα παιδιά τα υποκατάστατα συντρόφων/φροντιστών των γονέων;

Η υπερεμπλοκή είναι μια έννοια που εισήχθη πρώτη φορά από τον οικογενειακό θεραπευτή Salvador Minuchin τη δεκαετία του 1970. Περιγράφει τις οικογενειακές σχέσεις που στερούνται ορίων, με απότοκο οι ρόλοι και οι προσδοκίες να συγχέονται, οι γονείς να εξαρτώνται από τα παιδιά τους για υποστήριξη και τα παιδιά να μην μπορούν να γίνουν ανεξάρτητα και να διαφοροποιηθούν από εκείνους.

Συνήθως, τα όρια που καθορίζουν πόσο κοντά είναι τα μέλη της οικογένειας μεταξύ τους, τι επιτρέπεται και τι δεν επιτρέπεται, ποια είναι τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του καθενός, καθώς και ποιοι συμμετέχουν και λαμβάνουν αποφάσεις σε συγκεκριμένα οικογενειακά θέματα, υπάρχουν άλλοτε λιγότερο και άλλοτε περισσότερο ξεκάθαρα, μέσα σε κάθε οικογενειακό σύστημα. Όταν αυτά τα όρια θολώνουν ή δεν είναι σαφώς καθορισμένα από τους ενήλικες όμως, το αποτέλεσμα μπορεί να είναι η εκατέρωθεν υπερεμπλοκή κάποιων μελών της οικογένειας σε καταστάσεις που δεν αρμόζουν στο επίπεδο της συναισθηματικής και νοητικής ωριμότητας κάποιων μελών ή/και είναι ασύμβατες με τον ρόλο που ενδείκνυται να έχουν άλλα μέλη μέσα στο οικογενειακό σύστημα.

 

Υπερεμπλοκή: Πως εκδηλώνεται μέσα στην οικογένεια;

Ενώ πολλές οικογένειες χαρακτηρίζονται από εγγύτητα και οικειότητα στις αλληλεπιδράσεις των μελών τους, η υπερεμπλοκή υπερβαίνει τους δεσμούς μιας στενής οικογένειας. Για παράδειγμα, ένας υπερεμπλεκόμενος γονέας προσπαθεί να ελέγξει και να κατευθύνει τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τις πράξεις του παιδιού με σκοπό να εξυπηρετήσει τις δικές του ανάγκες (λ.χ., να κερδίσει την εύνοια του παιδιού), μπορεί να καθιστά υπεύθυνο το παιδί για κάποιες επιλογές της ζωής του για τις οποίες έχει μετανιώσει μεταφέροντας του έτσι ενοχές ή/και να αναλαμβάνει σε μεγάλο βαθμό να λύσει τα καθημερινά προβλήματα που μπορεί να αντιμετωπίζει το παιδί χωρίς να του δίνει τα εφόδια και τον χρόνο για να προσπαθήσει μόνο του.

Από την άλλη μεριά, ένα υπερεμπλεκόμενο παιδί, μπορεί να συμμετέχει σε αποφάσεις που απαιτούν την κρίση ενός ενήλικα για να ληφθούν (επειδή θεωρείται το «ώριμο» παιδί), να φροντίζει και να προσέχει τα μικρότερα αδέρφια συστηματικά χωρίς την παρουσία κάποιου ενήλικα, να αναλαμβάνει από μικρή ηλικία ευθύνες που αφορούν την συντήρηση του νοικοκυριού ή/και να παρέχει συναισθηματική στήριξη στον γονέα.

Η υπερεμπλοκή, τόσο του γονέα στη ζωή του παιδιού όσο και του παιδιού στη ζωή του γονέα, δημιουργεί ψυχικό τραύμα στο παιδί επειδή το εμποδίζει να αναπτύξει μια ολοκληρωμένη και συνεκτική αίσθηση του εαυτού του, να δημιουργεί σχέσεις με τους συνομηλίκους, να αναγνωρίζει τις ανάγκες του και να είναι υπεύθυνο για τα συναισθήματα του.

Η υπερεμπλοκή όμως αναπόφευκτα θέτει σε κίνδυνο και την σχέση που έχουν οι γονείς μεταξύ τους. Αντί να λειτουργούν ομαδικά, σαν δύο σύντροφοι με κοινό συμφέρον την υγιή ανάπτυξη του παιδιού και την καλλιέργεια της αυτονομίας του, χωρίς να το καταλαβαίνουν, χρησιμοποιούν το παιδί ή τα παιδιά για να ικανοποιήσουν ανάγκες που δεν ικανοποιούνται μέσα στην μεταξύ τους σχέση. Το παιδί ή τα παιδιά γίνονται υποχείρια, δημιουργούνται «στρατόπεδα» μέσα στην οικογένεια και τελικά στις σχέσεις των μελών ενδημεί η αποξένωση και η μη αυθεντικότητα.

 

 Τραύμα Υπερεμπλοκής: Ποια είναι τα χαρακτηριστικά του;

Οι υγιείς οικογένειες διαθέτουν σαφή όρια μεταξύ των μελών τους. Υπάρχει συναισθηματική διαθεσιμότητα των γονέων, επαρκής φροντίδα και συναισθηματική υποστήριξη από την μεριά τους, ενώ επιτρέπουν αρκετή αυτονομία και διαφοροποίηση των παιδιών από εκείνους.

Οι οικογένειες, στις οποίες δεν υπάρχει καθόλου εμπλοκή των μελών, είναι ψυχρές, μη υποστηρικτικές, αποσυρμένες, απομονωμένες και έχουν άκαμπτους κανόνες. Αντίθετα, στις υπερεμπλεκόμενες οικογένειες υπάρχει ευρεία αλληλεξάρτηση των μελών – υπάρχουν κάποιοι που σηκώνουν το μεγαλύτερο βάρος ευθυνών και υποχρεώσεων και κάποιοι άλλοι που απολαμβάνουν περισσότερο τα προνόμια. Το πιο κοινό στοιχείο κάθε υπερεμπλεκόμενης οικογένειας είναι η έλλειψη ιδιωτικότητας, ο καθένας μπορεί να ρωτήσει, να μάθει και να έχει πρόσβαση σχεδόν σε οτιδήποτε αφορά τον άλλο.

 

 

Το τραύμα της υπερεμπλοκής είναι δύσκολο να αναγνωριστεί, καθώς το άτομο που το έχει βιώσει πιστεύει ότι είχε όλα όσα ήθελε κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας παίρνοντας στοργή, τρυφερότητα και αγάπη. Οι υπερεμπλεκόμενοι γονείς συχνά εμφανίζονται ως στοργικοί και εξαιρετικοί και τα παιδιά φαίνεται να τα πηγαίνουν καλά στη ζωή τους. Κάποια από τα χαρακτηριστικά της υπερεμπλεκόμενης οικογένειας είναι:

 

  • Το «εμείς» χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει συναισθήματα, απόψεις και εμπειρίες όλων των μελών της οικογένειας.
  • Η έλλειψη ψυχολογικών ορίων συχνά εκδηλώνεται με έλλειψη φυσικών ορίων (π.χ., το παιδί μπορεί να μπαίνει όποτε θέλει στο δωμάτιο του γονέα και το αντίστροφο).
  • Η αδυναμία του παιδιού να δημιουργήσει σχέσεις με συνομηλίκους λόγω της προσκόλλησης στον προτιμώμενο γονέα.
  • Το παιδί δεν μπορεί να λειτουργήσει με έναν κατάλληλο για την ηλικία του ανεξάρτητο τρόπο, όπως η συμμετοχή σε ομαδικές δραστηριότητες (λ.χ. κατασκήνωση) ή ο ύπνος με τους συνομηλίκους του.
  • Το παιδί είναι ιδιαίτερα συντονισμένο με τις ανάγκες και τις επιθυμίες του εμπλεκόμενου γονέα (π.χ. εκφράζει μόνο αυτό που πιστεύει ότι θέλει ο γονέας).
  • Το παιδί αναλαμβάνει την ευθύνη για την προστασία του γονέα.

 

Τραύμα Υπερεμπλοκής: Οι 3 γονεϊκοί τύποι που το προκαλούν.

Οι συνθήκες που μπορούν να οδηγήσουν σε τραύμα υπερεμπλοκής μέσα σε μια οικογένειας ποικίλλουν, αλλά αδρά μιλώντας, φαίνεται να υπάρχουν τρεις διαφορετικοί τύποι  υπερεμπλεκόμενων γονέων που ενδέχεται να προκαλέσουν ψυχικό τραυματισμό:

 

Ο Ρομαντικός Γονέας

Είναι ο γονέας που χρησιμοποιεί το παιδί του για συντροφικότητα και οικειότητα, την οποία είναι ανίκανος να βρει μέσω της συντροφικής του σχέσης. Αυτός ο τύπος γονέα χρησιμοποιεί το παιδί σαν υποκατάστατο συντρόφου, συχνά «ειδωλοποιεί» το παιδί όταν εκπληρώνει τις ανάγκες και τις επιθυμίες του. Με αυτόν τον τύπο γονέα, το παιδί παραμένει πάντα σε στενή φυσική εγγύτητα με εκείνον, συνοδεύοντας τον σε δραστηριότητες των ενηλίκων και ακούγοντας συχνά τα ενήλικα προβλήματά του, παρέχοντάς του συναισθηματική υποστήριξη.

 

 

Αυτός ο τύπος γονέα δεν έχει επαρκείς κοινωνικές σχέσεις ή υποστήριξη, επομένως το παιδί του γίνεται η μόνη πηγή ευτυχίας του. Αυτό ασκεί τεράστια πίεση στο παιδί, καθώς δεν είναι σε θέση να ικανοποιήσει τις συναισθηματικές ανάγκες ενός ενήλικα. Ο ρομαντικός γονέας χρησιμοποιεί συνήθως τη δημιουργία ενοχών για να πάρει αυτό που θέλει από το παιδί. Είναι κτητικοί με το παιδί τους και συχνά βλέπουν τους μελλοντικούς συντρόφους των παιδιών τους με προσοχή, επιφύλαξη και ζήλια.

 

Ο Ελεγκτικός/Επικριτικός Γονέας

Αυτός είναι ο τύπος του γονέα που παρακολουθεί πολύ στενά ή κατευθύνει τις κινήσεις του παιδιού του, προσπαθώντας να το προστατεύσει από οποιοδήποτε «κακό» μπορεί να του συμβεί. Αντί να βοηθήσουν τα παιδιά τους να μάθουν τις δεξιότητες για την επίλυση των καθημερινών προβλημάτων ή να χειριστούν τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν, προσπαθούν να τα λύσουν όλα γι’ αυτά. Συνήθως αυτός ο γονέας εμπλέκεται υπερβολικά στο σχολείο, τις φιλίες και τα χόμπι του παιδιού. Αυτοί οι γονείς υποσυνείδητα επιδιώκουν να ελέγξουν τα παιδιά τους ως έναν τρόπο να διαχειριστούν τις δικές τους ανησυχίες.

 

Ο Ασθενής Γονέας 

Πρόκειται για έναν γονέα που δεν είναι σε θέση να φροντίσει πλήρως τον εαυτό του λόγω σωματικής ή/και ψυχικής ασθένειας ή/και εθισμών. Έτσι, βασίζεται στο παιδί ή στα παιδιά του για ορισμένες/όλες τις βασικές του ανάγκες. Δεν υπάρχει ευελιξία για τις ανάγκες του παιδιού και μπορεί να απορρίψει την εξωτερική υποστήριξη, καθώς πιστεύει ότι το παιδί υποχρεούται να γίνει ο κύριος φροντιστής του. Αυτό συχνά είναι το μεγαλύτερο παιδί ή το παιδί που περνά τον περισσότερο χρόνο στο σπίτι. Ως εκ τούτου, το παιδί αναλαμβάνει τον ρόλο ενός μικρού ενήλικα, στερείται και αναγκάζεται να αναβάλλει ή ακόμα και να ανακόψει οριστικά τη δική του εκπαιδευτική, κοινωνική και προσωπική εξέλιξη.

 

Ποιες είναι οι επιπτώσεις στην ενήλικη ζωή;

Τα παιδιά που μεγαλώνουν σε υπερεμπλεκόμενες οικογένειες συχνά αποτυγχάνουν να αναπτύξουν επαρκώς μια ατομική αίσθηση ταυτότητας και αυτοεκτίμησης. Στην ενήλικη ζωή, φαίνεται να φοβούνται να πάρουν υγιή ρίσκα και να δοκιμάσουν νέα πράγματα, με αποτέλεσμα να καθυστερούν να φύγουν από το «πατρικό» σπίτι, να συνάψουν ερωτικές σχέσεις ή/και να δημιουργήσουν τη δική τους οικογένεια.

Από τη θεραπευτική εμπειρία, φαίνεται ότι τα άτομα που ανατράφηκαν από υπερεμπλεκόμενους γονείς, έχουν μια ιδιαίτερη ευαισθησία στην κριτική των άλλων, αισθάνονται πίεση να αποδώσουν ή να ευχαριστήσουν τους ανθρώπους γύρω τους συχνά κάνοντας πίσω στις δικές τους ανάγκες. Καθώς αυτά τα παιδιά δεν επιτρέπεται να βιώσουν και να εκφράσουν ένα πλήρες φάσμα συναισθημάτων, αλλά μόνο εκείνα με τα οποία ο γονέας αισθάνεται άνετα, τα συναισθήματα τους είναι μπλοκαρισμένα, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε κατάθλιψη, άγχος ή ακόμα και σε εθισμούς στην ενήλικη ζωή.

Οι άνθρωποι με τραύμα υπερεμπλοκής έχουν δυσλειτουργικές σχέσεις στην ενήλικη ζωή. Δεν ένιωθαν αγαπητοί για αυτό που ήταν ως παιδιά, αλλά περισσότερο για το τι μπορούσαν να προσφέρουν στους γονείς τους. Μια τέτοια επαναλαμβανόμενη συνθήκη, μπορεί να δημιουργήσει μια βασική πεποίθηση αναξιότητας για τον εαυτό η οποία είναι εμποτισμένη με ενοχές, ντροπή και αυτο-επικριτικές σκέψεις. Ακόμα, στις σχέσεις που δημιουργούν, δυσκολεύονται να συνδεθούν πραγματικά με τους άλλους, παίρνουν απόσταση χωρίς να το καταλαβαίνουν και υπάρχει μια άρνηση να έχουν οποιεσδήποτε συναισθηματικές ανάγκες.

 

 

Τα πρώτα βήματα της επούλωσης.

 

  1. Μάθε να βάζεις όρια.

Το να μπορούμε να βάζουμε όρια είναι επιτακτική ανάγκη αν θέλουμε να δούμε θετικές αλλαγές στις οικογενειακές μας σχέσεις (και όχι μόνο). Χρειαζόμαστε φυσικά όρια (όπως ο προσωπικός χώρος, η ιδιωτικότητα και το δικαίωμα να αρνηθούμε μια αγκαλιά ή κάποιο άλλο φυσικό άγγιγμα) και συναισθηματικά όρια (όπως το δικαίωμα να έχουμε τα δικά μας συναισθήματα, να πούμε «όχι», να μας αντιμετωπίζουν με σεβασμό ή να μην απαντήσουμε σε μια κλήση αν δεν θέλουμε να μιλήσουμε εκείνη την στιγμή).

Μπορούμε να ξεκινήσουμε με μικρά πράγματα, χωρίς να εξηγούμε υπερβολικά στο άλλο άτομο γιατί δεν μπορούμε να κάνουμε αυτό που θέλει. Μπορούμε να δηλώσουμε γιατί δεν είμαστε σε θέση να το κάνουμε με έναν ήπιο και μη επικριτικό τρόπο. Προσφέρετε έναν συμβιβασμό εάν μπορείτε. Για παράδειγμα, αν η μητέρα σας σας τηλεφωνεί για να σας μιλήσει κάθε μέρα και αυτό σας κουράζει, αντί να αγνοείτε τις κλήσεις της, πείτε της ότι ξέρετε ότι θα ήθελε να σας μιλήσει περισσότερο, αλλά στην παρούσα φάση θέλετε να επικεντρωθείτε και σε άλλες πτυχές της ζωής σας, όπως η δουλειά ή μια ευχάριστη δραστηριότητα. Στην συνέχεια, προτείνετε της να μιλάτε μέρα παρά μέρα και αργότερα μία ή δύο φορές την εβδομάδα.

 

  1. Αντιμετώπισε τις ενοχές σου.

Οι ενοχές μπορεί να είναι ένα τεράστιο εμπόδιο στο να θέτεις όρια, να είσαι διεκδικητικός, να αναπτύσσεις μια ξεχωριστή αίσθηση του εαυτού σου και να κάνεις αυτό που είναι βοηθητικό για σένα και όχι αυτό που πιστεύεις ότι… θέλουν οι άλλοι. Η ενοχή χρησιμοποιείται αρκετά συχνά ως τακτική χειραγώγησης στις υπερεμπλεκόμενες οικογένειες. Μπορεί να έχετε ακούσει ότι κάνετε λάθος, ή ότι είστε εγωιστές ή αδιάφοροι αν πάτε ενάντια στην κυρίαρχη γνώμη της οικογένειας. Με την πάροδο του χρόνου, οι περισσότεροι από εμάς εσωτερικεύουμε αυτή την ενοχή δημιουργώντας έναν Εσωτερικό Κριτή και καταλήγουμε να πιστεύουμε ότι το να θέτουμε όρια ή να έχουμε τις δικές μας απόψεις/επιλογές/στάσεις ζωής είναι καταστροφικό για το μέλλον μας.

Το πρώτο βήμα για την αποδυνάμωση αυτού του Εσωτερικού Κριτή είναι να αναγνωρίσουμε ότι η ενοχή και η αυτο-επίκριση δεν είναι ακριβείς αντανακλάσεις της πραγματικότητας. Τι είναι αυτό που έχουμε κάνει και για το οποίο τιμωρούμαστε;

Παρατηρήστε πόσο συχνά αισθάνεστε ένοχοι και πόσο συχνά η ενοχή υπαγορεύει τη συμπεριφορά σας. Στη συνέχεια, προσπαθήστε να φέρετε δίπλα στις διαστρεβλωμένες σκέψεις (λ.χ., είμαι κακός, δεν αξίζω, είμαι άχρηστος, δεν είμαι σε τίποτα καλός) που διαιωνίζουν τα συναισθήματα ενοχής, κάποιες πιο ρεαλιστικές αντανακλάσεις του εαυτού και της πραγματικότητας. Η αλλαγή του τρόπου που βλέπουμε τον εαυτό μας μπορεί να είναι μια αργή, δύσκολη και επίπονη διαδικασία, αλλά απαραίτητη για να μαλακώσουμε την φωνή αυτού του Κριτή.

 

  1. Γνώρισε τον εαυτό σου καλύτερα.

Η συνεξάρτηση από τα μέλη της οικογένειας και μετέπειτα από άλλους ανθρώπους της ζωής μας, μας εμποδίζει να αναπτύξουμε μια ισχυρή αίσθηση του εαυτού. Ως αποτέλεσμα, μπορεί να μην έχουμε μια σαφή εικόνα του ποιοι είμαστε, τι έχει σημασία για εμάς, ποιες είναι οι αξίες μας και τι θέλουμε να κάνουμε στη ζωή μας. Μπορεί να έχουμε μάθει να κάνουμε ό, τι ευχαριστεί τους άλλους ανθρώπους και να καταπνίγουμε τα δικά μας ενδιαφέροντα, τις κλίσεις, τους στόχους και τις επιθυμίες μας επειδή οι άλλοι δεν θα τα εγκρίνουν ή δεν θα τα καταλάβουν.

 

 

Ένα σημαντικό βήμα για την ανάπτυξη της ανεξαρτησίας και της αυτονομίας μας λοιπόν, είναι να ανακαλύψουμε ποιοι πραγματικά είμαστε κάτω από τα αφηγήματα των άλλων και του εαυτού μας, τις δικαιολογίες που λέμε στον εαυτό μας για να μην ξεβολευτούμε και τους περιορισμούς που μας θέτει ο Εσωτερικός Κριτής για να μην διεκδικήσουμε κάτι καλύτερο για τον εαυτό μας.

Εάν δεν σας ενθάρρυναν ποτέ να καλλιεργήσετε τα δικά σας ενδιαφέροντα και τις δικές σας πεποιθήσεις αυτή μπορεί να είναι μια ανοίκεια διαδικασία. Μπορεί να προκαλέσει αισθήματα ενοχής ή προδοσίας. Αλλά παρά τα όσα σας έχουν πει οι άλλοι, δεν είναι εγωιστικό να βάζετε τον εαυτό σας πρώτα. Δεν είναι λάθος να έχετε τις δικές σας απόψεις και προτιμήσεις και να ενεργείτε σύμφωνα με αυτές.

 

Συμπέρασμα

Η επούλωση από το τραύμα της υπερεμπλοκής δεν είναι μια απλή και γρήγορη διαδικασία. Απαιτεί από εμάς το να έρθουμε σε επαφή με συναισθήματα και πλευρές του εαυτού μας που μέχρι τώρα αγνοούσαμε. Απαιτεί από εμάς την κατάκτηση της ολότητας του εαυτού, την επιστροφή στον γνήσιο και αυθεντικό εαυτό μας. Αυτή η επιστροφή είναι ένας δρόμος που εμείς επιλέγουμε, με όλες τις στροφές, τις παρακάμψεις και τα φαινομενικά αδιέξοδα πάνω στα οποία πέφτουμε. Είναι καλό να θυμόμαστε ότι αν και σπάνια βρισκόμαστε τόσο κοντά όσο ελπίζουμε, ποτέ δεν είμαστε τόσο μακριά όσο φοβόμαστε.

Το να χρειαστούμε την βοήθεια ενός ειδικού σε αυτή την αναζήτηση, δεν σημαίνει ότι ζητάμε από κάποιον να… φτιάξει αυτό που έχει χαλάσει, αλλά ότι ίσως κάνουμε, για πρώτη φορά, το βήμα να βασιστούμε ισότιμα σε έναν άλλο άνθρωπο που μπορεί να αντέξει ό,τι επώδυνο και τρομακτικό κρύβουμε μέσα μας ώστε να βρούμε το κουράγιο να συνεχίσουμε την αναζήτησή μας με περισσότερα εφόδια και εμπιστοσύνη προς το εαυτό.  Όπως λέει και η τραγουδοποιός-συγγραφέας-ποιήτρια Jewel, «η ζωή μας δεν έχει να κάνει με την επιδιόρθωση αυτού που έχει χαλάσει, αλλά με μια στοργική και τρυφερή αρχαιολογική ανασκαφή μέχρι να φτάσουμε στον αληθινό μας εαυτό».

 

Απαγορεύεται ρητώς η αναπαραγωγή μέρους ή ολόκληρου του άρθρου χωρίς προηγούμενη άδεια του αρθρογράφου.

Newsletter

Εγγραφείτε στο Newsletter
για να διαβάζετε πρώτοι τα νέα μου άρθρα...