«Θέλω λίγο περισσότερη… βεβαιότητα»

Τις περισσότερες φορές, αυτό που πιστεύουμε ότι χρειαζόμαστε για να βάλουμε σε τάξη τις σκέψεις μας, να δημιουργήσουμε σχέσεις με τους άλλους και να βγάλουμε νόημα από όσα συμβαίνουν γύρω μας, είναι λίγο περισσότερη… βεβαιότητα. Θέλουμε να είμαστε όσο το δυνατόν πιο βέβαιοι ότι εμείς σκεφτόμαστε ορθολογικά, ότι οι άλλοι μάς αποδέχονται και μάς εκτιμούν πριν αποφασίσουμε να σχετιστούμε μαζί τους ή ότι μπορούμε να κάνουμε ασφαλείς προβλέψεις για μια έκρυθμη κατάσταση που επικρατεί στον κόσμο. Ωστόσο, φαίνεται ότι όσο πιο συχνά αναζητούμε την βεβαιότητα, τόσο περισσότερο πιο αβέβαιοι και ανασφαλείς καταλήγουμε στο τέλος να νιώθουμε. Γιατί όμως συμβαίνει αυτό; Με ποιον τρόπο η μειωμένη ανοχή απέναντι στην αβεβαιότητα επηρεάζει την ψυχική μας υγεία; Και τέλος, πώς μπορούμε να διαχειριστούμε την αβεβαιότητα που γενικά υπάρχει στην ζωή μας και ταυτόχρονα να εξελιχθούμε και να ωριμάσουμε μέσα από αυτήν;

 

Τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της βεβαιότητας

Ως ένα βαθμό, η αναζήτηση της βεβαιότητας γύρω από κάποιες καταστάσεις της ζωής προσφέρει αναμφισβήτητα σημαντικά πλεονεκτήματα. Για παράδειγμα, είναι χρήσιμο να κάνουμε τακτικά ιατρικά check-ups για να βεβαιωθούμε ότι η υγεία μας είναι καλή. Θέλουμε να ξέρουμε ότι υπάρχουν άνθρωποι που νοιάζονται και ενδιαφέρονται για εμάς γιατί έτσι αποκτούμε μια αίσθηση ασφάλειας και σταθερότητας στην ζωή. Είναι καλό να γνωρίζουμε ότι ο εργοδότης μας εκτιμά τη δουλειά μας γιατί αυτό μάς δίνει το κίνητρο για να εξελιχθούμε ακόμα παραπάνω σε αυτήν. Ωστόσο, οι περισσότερες καταστάσεις της ζωής – η ασθένεια, η οικονομική ύφεση, τα φυσικά φαινόμενα, ο θάνατος ή το τι σκέφτονται και αισθάνονται οι άλλοι για εμάς –εμπεριέχουν εξ’ ορισμού και μεγάλες δόσεις… αβεβαιότητας.

Για παράδειγμα, μπορεί να προσέχουμε τη διατροφή μας, να ελέγχουμε την πορεία της υγείας μας και να γυμναζόμαστε συχνά, αλλά ποτέ δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι δεν θα αρρωστήσουμε. Αλλά ακόμα και αν μπορούσαμε να αφαιρέσουμε τελείως την αβεβαιότητα από κάποιες καταστάσεις της ζωής, τα πράγματα δεν θα πήγαιναν αναγκαστικά καλύτερα. Θα θέλαμε να ξέρουμε πότε ακριβώς θα πεθάνουμε; Και αν το γνωρίζαμε, θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε να κάνουμε όλα όσα κάνουμε στην ζωή χωρίς να μετράμε αντίστροφα μέχρι να έρθει το τέλος; Συνεπώς, το να μην γνωρίζουμε για ορισμένες καταστάσεις της ζωής προσφέρει με την σειρά του κάποια σημαντικά ψυχολογικά πλεονεκτήματα. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η διαχείριση της αβεβαιότητας με την οποία ερχόμαστε όλοι αντιμέτωποι κάποια στιγμή στην ζωή μας (αν όχι συνεχώς), είναι ένα εύκολο εγχείρημα.

 

Γιατί φοβόμαστε την αβεβαιότητα;

Ο φόβος της αβεβαιότητας στην πράξη μεταφράζεται ως ανησυχία (αρνητικές σκέψεις) και άγχος (σωματικές ενοχλήσεις) για ένα άγνωστο μέλλον που μας επιφυλάσσει η ζωή ή για κάποια γεγονότα του παρόντος τα οποία φαίνεται να έχουν απρόβλεπτη εξέλιξη. Ο λόγος που φοβόμαστε την αβεβαιότητα μάλλον έχει να κάνει με την περιορισμένη γνώση/δεξιότητα/υποστήριξη που εκ των πραγμάτων έχουμε για ένα μεγάλο εύρος καταστάσεων της ζωής. Συνυπολογίζοντας το γεγονός ότι ο αριθμός των δυνητικών εμπειριών που μπορούμε να βιώσουμε στο διάστημα μιας ανθρώπινης ζωής είναι περιορισμένος (άρα και η προοπτική μας απέναντι σε όσα συμβαίνουν μέσα μας και γύρω από εμάς), ο μόνος τρόπος που μας απομένει για να βγάλουμε ένα νόημα από όλο αυτό το χάος είναι η εξαγωγή συμπερασμάτων, υποθέσεων και γενικεύσεων για το πως είναι ή το πως θα έπρεπε να είναι η ζωή.

 

 

 

Οι συνέπειες της δυσανεξίας στην αβεβαιότητα

Αυτή η εγγενώς καθορισμένη λειτουργία του εγκεφάλου μας όμως με σκοπό την απόδοση νοήματος έχει, κάποιες φορές, μια διπλή συνέπεια. Είτε γινόμαστε αβέβαιοι για τα αποτελέσματα που μπορεί να προκύψουν αν αναλάβουμε δράση προς την κατεύθυνση για την οποία κάναμε μόνο υποθέσεις με αποτέλεσμα όλες οι επιλογές και οι αποφάσεις να φαντάζουν εν δυνάμει δύσκολες, είτε αρκούμαστε στις διαβεβαιώσεις του μυαλού μας οι οποίες με τον καιρό δημιουργούν ακλόνητα και ισχυρά συστήματα πεποιθήσεων που δρουν ανακουφιστικά απέναντι σε αυτή την αβεβαιότητα. Στην πρώτη περίπτωση, κάνουμε λόγο για ανθρώπους που αντιμετωπίζουν ένα γενικευμένο άγχος για διάφορα ζητήματα, ορισμένοι από τους οποίους, είναι πιθανόν να επισκεφθούν κάποια στιγμή στην ζωή τους έναν επαγγελματία ψυχικής υγείας (ειδικά όταν η καθημερινή τους λειτουργικότητα έχει επηρεαστεί σημαντικά). Στην δεύτερη περίπτωση, μπορείτε να φέρετε στο μυαλό σας απλώς όλα εκείνα τα άτομα που έχουν το ταλέντο να γίνονται εκνευριστικά από το πρώτο λεπτό μιας συζήτησης που κάνετε μαζί τους.

 

«Οι ανθρώπινες αντιλήψεις είναι εκ θεμελίων ανακριβείς»

Αν υπήρχε μία ψυχολογική γνώση την οποία θα έπρεπε κατά την γνώμη μου να λαμβάνουμε όλοι από νωρίς στο σχολείο είναι η εξής: οι ανθρώπινες αντιλήψεις είναι εκ θεμελίων ανακριβείς. Αυτό που κάνει καλύτερα ο ανθρώπινος εγκέφαλος είναι να λαμβάνει ερεθίσματα από το εξωτερικό περιβάλλον και να δημιουργεί συντομευμένα συμπεράσματα τα οποία τις περισσότερες φορές εξυπηρετούν τους εαυτούς μας και προστατεύουν την ταυτότητά μας. Ωστόσο, αν κοιτάξουμε πιο προσεκτικά, ίσως παρατηρήσουμε ότι οι «αλήθειες» για τις οποίες ήμασταν βέβαιοι ως παιδιά, ως έφηβοι και ως ενήλικες, διαρκώς αλλάζουν και τρόπον τινά, χωρίς να το καταλαβαίνουμε, αυτή η αλλαγή διαψεύδει (άλλες φορές περισσότερο και άλλες λιγότερο) τις πρότερες εκδοχές του εαυτού μας.

Για παράδειγμα, πιστεύαμε ότι δεν θα ξεπεράσουμε ποτέ μια ερωτική απογοήτευση, ήμασταν σίγουροι ότι η πρώτη ερωτική σχέση που κάναμε θα διαρκούσε για πάντα ή ότι μια σοβαρή παρεξήγηση με έναν φίλο τις περισσότερες φορές δεν θα μπορούσε να αποκατασταθεί με κανέναν τρόπο. Ως έφηβοι μπορεί να συμπεριφερόμασταν σαν να μην μας ένοιαζε τίποτα και κανένας στον κόσμο, ενώ στην πραγματικότητα μάλλον μάς ένοιαζαν τα πάντα (κυρίως το τι σκέφτονταν οι άλλοι για εμάς). Καταλαβαίνουμε λοιπόν ότι όσο μεγαλώνουμε και μαθαίνουμε μέσα από τις εμπειρίες μας, τόσο οι βεβαιότητες του παρελθόντος αντικαθίστανται από νέες οι οποίες επικάθονται σε μια διαρκώς εξελισσόμενη ταυτότητα εαυτού της οποίας ο πυρήνας παραμένει σχετικά σταθερός.

 

Μη λειτουργικοί τρόποι διαχείρισης της αβεβαιότητας

Από την άλλη μεριά, οι άνθρωποι που δεν μπορούν να ανεχτούν την αβεβαιότητα ως αναπόσπαστο στοιχείο της ζωής, εκδηλώνουν διάφορες στρατηγικές αντιμετώπισης δημιουργώντας και πάλι μια ψευδαίσθηση βεβαιότητας η οποία τους ανακουφίζει μόνο προσωρινά όμως. Μπορεί για παράδειγμα να ψάχνουν συνεχείς καθησυχασμούς από την οικογένεια ή από φίλους για τις αποφάσεις που πρόκειται να πάρουν. Μπορεί να αρνούνται να ζητήσουν βοήθεια από τους άλλους όταν δουλεύουν πάνω σε ένα έργο φοβούμενοι ότι το αποτέλεσμα δεν θα είναι το ίδιο ικανοποιητικό με αυτό που θα προέκυπτε αν αναλάμβαναν εξ’ ολοκλήρου οι ίδιοι τη δουλειά. Μπορεί να ελέγχουν συνεχώς το κινητό του/ης συντρόφου τους για να βεβαιωθούν ότι υπάρχει αποκλειστικότητα στην σχέση. Μπορεί ακόμα να αποφεύγουν συγκεκριμένες καταστάσεις, ανθρώπους ή συνθήκες που ενισχύουν το αίσθημα της αβεβαιότητας ή να προσπαθούν να κρατήσουν τον εαυτό τους μονίμως απασχολημένο με κάτι προκειμένου να μην σκέφτονται πόση… αβεβαιότητα υπάρχει στην ζωή τους.

 

«Από το λανθασμένο στο λιγότερο λανθασμένο»

Ωστόσο, είτε είμαστε από αυτούς που δημιουργούν ακλόνητες βεβαιότητες και ισχυρές «αλήθειες» για τον εαυτό και τον κόσμο, είτε ψάχνουμε κάποιες εφήμερες στιγμές βεβαιότητας για να αντέξουμε την γενική αβεβαιότητα που κυριαρχεί στην ζωή μας, πληρώνουμε ένα τίμημα: δεν αφήνουμε τον εαυτό μας να εξελιχθεί και να ωριμάσει. Η γνώση είναι μια αενάως επαναλαμβανόμενη διαδικασία – δεν περνάμε από το λάθος στο σωστό κάθε φορά που δημιουργούμε νέες βεβαιότητες γύρω από τον εαυτό μας και όσα συμβαίνουν γύρω μας. Στην καλύτερη περίπτωση, έχουμε απλώς κάποιες λιγότερο λανθασμένες βεβαιότητες σε σχέση με αυτές που είχαμε χθες. Από αυτή την οπτική, όσο περισσότερο αποδεχόμαστε την αβεβαιότητα και το γεγονός ότι δεν γνωρίζουμε κάτι, τόσο πιο άνετα νιώθουμε ερχόμενοι αντιμέτωποι με το άγνωστο.

 

 

Κοιτάζοντας πίσω στον χρόνο…

Κατά τη διάρκεια των σπουδών και μέχρι την αποφοίτησή μου, ήμουν σίγουρος ότι θα ακολουθούσα ακαδημαϊκή/ερευνητική καριέρα με αποτέλεσμα να μην ψάχνω καμιά άλλη εναλλακτική επιλογή. Την ίδια περίοδο, αποφάσισα να ξεκινήσω ατομική ψυχοθεραπεία όντας και πάλι σίγουρος ότι η ψυχοθεραπεία δεν είναι αποτελεσματική με συνέπεια, τουλάχιστον στην αρχή, να μην δείχνω την απαιτούμενη ειλικρίνεια, εμπιστοσύνη και πίστη τόσο στο εαυτό μου όσο και στην θεραπεύτριά μου. Κατά τη διάρκεια της θεραπείας μου, ήμουν απόλυτα βέβαιος ότι δεν πρόκειται να γίνω ποτέ ψυχοθεραπευτής (εν μέρει επειδή δεν μου φαινόταν καθόλου ελκυστική ιδέα, αλλά κυρίως γιατί πίστευα ότι δεν θα ήμουν καλός), παρά την αντίθετη άποψη της θεραπεύτριάς μου.

Κάθε φορά λοιπόν που είχα μία βεβαιότητα αναφορικά με τι θα έπρεπε να κάνω, το αν θα με βοηθούσε κάτι και το αν θα μου ταίριαζε ή θα ήμουν καλός σε κάτι, επέβαλλα αυτόματα κάποιον περιορισμό στη ζωή μου. Και αυτός ο περιορισμός δεν με άφηνε να εξελιχθώ και να ωριμάσω, σε προσωπικό και επαγγελματικό επίπεδο. Εκείνη την περίοδο, θυμάμαι παράλληλα να αισθάνομαι μια βαθιά και έντονη ανασφάλεια για τον εαυτό μου. Ωστόσο, αυτό που παρατήρησα ήταν ότι όσο προσκολλιόμουν στις «βεβαιότητές» μου, τόσο απομακρυνόμουν από τον κόσμο της εμπειρίας

 

Γιατί η αβεβαιότητα είναι χρήσιμη στην ζωή;

Η αβεβαιότητα αφαιρεί τις επιφανειακές κρίσεις που κάνουμε τόσο απέναντι στους άλλους, όσο και απέναντι στον εαυτό. Μπορεί να δημιουργήσει έναν υγιή σκεπτικισμό και να μειώσει τις προκαταλήψεις μας αναφορικά με τα όσα πρέπει να πετύχουμε/έχουμε/κάνουμε στην ζωή, ανακουφίζοντας μας παράλληλα από τα αρνητικά συναισθήματα που προέρχονται συνήθως από αυτές τις κρίσεις. Εκτιθέμενοι στην αβεβαιότητα, ο μόνος τρόπος για να διαπιστώσουμε πόσο ελκυστικοί/αξιαγάπητοι/επιτυχημένοι/εργατικοί είμαστε, είναι να βγούμε εκεί έξω και να το μάθουμε μέσα από την πράξη.

Θεωρώ ότι οι αξίες και οι προτεραιότητες που έχουμε στην ζωή μας υπόκεινται σε διαρκή βελτίωση και εξέλιξη μόνο όταν είμαστε περισσότερο ανοιχτοί στο να τις δοκιμάσουμε εμπειρικά. Όσο όμως συνεχίζουμε να είμαστε απόλυτα βέβαιοι για αυτές παρά τους περιορισμούς και τα προβλήματα που μπορεί να δημιουργούν στην ζωή μας, τόσο αποφεύγουμε την ευθύνη των επιλογών μας και καθυστερούμε την αλλαγή. Πριν αποφασίσουμε να αλλάξουμε λοιπόν την στάση μας απέναντι στον εαυτό, τους άλλους και γενικότερα την ζωή, πρέπει πρώτα να βρούμε το θάρρος να αμφισβητήσουμε τις «αλήθειες» που λέμε στον εαυτό μας, να απαρνηθούμε τις βεβαιότητές μας και να ζήσουμε…

 

Ρωτώντας τον εαυτό…

Σε προσωπικό επίπεδο, όταν προσπαθώ να αυξήσω την ανοχή μου απέναντι στην αβεβαιότητα και παράλληλα να μειώσω την βεβαιότητά μου για τις αξιολογικές κρίσεις που κάνω τόσο για τον εαυτό μου όσο και για τους άλλους, μου κάνω τις παρακάτω ερωτήσεις:

 

  • Πως η ανάγκη μου να μάθω κάτι επηρεάζει την ζωή μου με θετικό και αρνητικό τρόπο;
  • Γιατί χρειάζεται να μαθαίνω ό,τι κρύβεται πίσω από τις συμπεριφορές/στάσεις ενός ανθρώπου;
  • Πως το να μην γνωρίζω κάτι μπορεί να είναι επωφελές για μένα;
  • Τι θα συμβεί αν κάνω λάθος;
  • Τι θα σήμαινε για μένα να κάνω λάθος;
  • Το να κάνω λάθος δημιουργεί μια καλύτερη ή χειρότερη κατάσταση από αυτήν που βιώνω, τόσο για εμένα όσο και για τους άλλους ανθρώπους γύρω μου;

 

Η μόνη βεβαιότητα μέσα στην αβεβαιότητα

Όταν ξεκίνησα την εκπαίδευσή μου στην ψυχοθεραπεία, πίστευα ότι ο στόχος είναι να βοηθήσω τους άλλους να γνωρίσουν περισσότερο τον εαυτό τους ώστε να τον αποδεχτούν και να αισθανθούν καλύτερα. Αυτό που συνειδητοποιώ τώρα στην πράξη είναι ότι η διαδικασία της αυτογνωσίας δεν τελειώνει ποτέ – δεν τελειώνει τουλάχιστον ταυτόχρονα με το τέλος της ψυχοθεραπείας. Θεωρώ λοιπόν ότι ένας πιο βασικός στόχος είναι να μάθει το άτομο μέσα από την θεραπεία να επαναλαμβάνει αυτή τη διαδικασία από μόνο του, μετά το τέλος της συνεργασίας μας, επαναπροσδιορίζοντας την γνώση που αποκτά κάθε φορά μέσω της εμπειρίας με τέτοιο τρόπο ώστε να ζει την ζωή του έτσι όπως την έχει επιλέξει. Από αυτήν την άποψη, η ευτυχία ή το νόημα της ζωής δεν έχουν να κάνουν με το να βρούμε όλες τις απόλυτα σωστές απαντήσεις γύρω από όσα σκεφτόμαστε, αισθανόμαστε και κάνουμε, αλλά με το να δεχτούμε (και να νιώθουμε καλά με αυτό) ότι δεν μπορούμε να μάθουμε ποτέ 100% ποιοι είμαστε.

 

Συμπέρασμα

Η ανοχή απέναντι στην αβεβαιότητα φαίνεται να είναι η πηγή σημαντικής προόδου και εξέλιξης που μπορούμε να καταφέρουμε στην ζωή μας. Η συνειδητή έκθεση στην αβεβαιότητα προϋποθέτει ένα επίπεδο άνεσης και εξοικείωσης με το γεγονός ότι δεν έχουμε ποτέ απόλυτη γνώση των όσων συμβαίνουν γύρω μας και μέσα μας. Αυτή η συνειδητοποίηση μπορεί να μας οδηγήσει είτε σε μια υπαρξιακή κρίση γύρω από το νόημα της ζωής που μας καθηλώνει, είτε σε μια ενεργητική στάση εμποτισμένη με ενθουσιασμό, περιέργεια, περιπετειώδη διάθεση και κουράγιο για όσα μας επιφυλάσσουν οι εμπειρίες της ζωής. Ας μην ξεχνάμε ότι συνήθως ανακαλύπτουμε έναν όμορφο μέρος όχι όταν είμαστε σίγουροι ότι ξέρουμε που πηγαίνουμε, αλλά όταν αφήσουμε τον εαυτό μας να πάρει την άγνωστη διαδρομή.

 

 

 

 

 

 

 

Newsletter

Εγγραφείτε στο Newsletter
για να διαβάζετε πρώτοι τα νέα μου άρθρα...